[1] Υποκύπτω στον πειρασμό να μεταφέρω ένα σχόλιο των Hayward και Young για το είδος της έρευνας που διευκολύνει την κατανόηση των φαινομένων νεανικής βίας, στην αντιπαράθεσή της με την δεσπόζουσα, στα σύγχρονα συμφραζόμενα, τάση: «Η απόσταση ανάμεσα στον κόσμο εκεί έξω – το χώρο όπου ο Robert Park παραινούσε τους φοιτητές του “να πάνε και να λερώσουν τα χέρια τους στην πραγματική έρευνα”- γίνεται όλο και μεγαλύτερη [Η πολιτισμική εγκληματολογία] εμφανίζεται την ίδια στιγμή το αντικείμενο κυριαρχείται από το ακριβώς αντίθετό του, ένα θετικιστικό φονταμενταλισμό που τείνει να αποκαταστήσει την ανθρώπινη δράση στο προβλέψιμο, το μετρήσιμο, το γήινο» [Hayward, K. & J. Young, 2004: 262 κ.ε., (2004), “Cultural Criminology. Some notes on the script”, στο Theoretical Criminology, vol. 8(3), special issue)
Πέμπτη 21 Μαΐου 2009
Λόγοι του Δεκέμβρη...
Από τα "ψιλά" των ημερών και πάλι, από αυτά τα οποία διαδραματίζονται στη σκιά των μεγάλων γεγονότων της ειδησεογραφίας. Πηγή μου και πάλι το tvxs και στην παράθεση των γεγονότων δεν ακολουθώ χρονολογική σειρά.
πού ήσουνα τον Δεκέμβρη;...
Δύο φοιτητές που διαμένουν στην Ξάνθη κλήθηκαν ως κατηγορούμενοι στο πταισματοδικείο, μετά από κατηγορίες που τους προσάπτει η αστυνομική διεύθυνση της περιοχής, σχετικά με κινητοποίηση μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Οι δύο φοιτητές καλούνται στον πταισματοδίκη για ένα περιστατικό που συνέβη στις 10 Δεκεμβρίου 2008, όταν τη συγκεκριμένη μέρα δεν υπήρξε καμία σύλληψη από την αστυνομία. Όπως αναφέρει ο δικηγόρος τους, είναι είναι η πρώτη φορά που καλούνται για κατάθεση πολίτες, για ένα περιστατικό που συνέβη πριν από πέντε μήνες
[http://www.tvxs.gr/v12120]
"Βία, τρομοκρατία και αριστερά"
Εκδήλωση της ΑΡΣΗ με αυτό το θέμα και εισηγητές τους André Brie, ευρωβουλευτή του Γερμανικού Κόμματος του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού (Die Linke-PDS), Τάκη Καμπύλη, δημοσιογράφο και τον πανεπιστημιακό Γιάννη Παπαθεοδώρου
Αντιγράφω από την σύνοψη, όπως μεταφέρεται στη σχετική σελίδα του tvxs: "Είναι η πολιτική βία φαινόμενο νεοφιλελευθερισμού; Μπορεί ο όρος «μπαχαλάκηδες» να αποδοθεί σε μεγάλο μέρος των εξεγερμένων του Δεκέμβρη; Ποια είναι η θέση της Αριστεράς απέναντι στα φαινόμενα βίας; Αυτά και άλλα ερωτήματα τέθηκαν στην εκδήλωση που διοργάνωσε η ΑΡΣΗ. Τα επιχειρήματα είχαν μεγάλο ενδιαφέρον και η συζήτηση άναψε γρήγορα..."
Καθώς δεν ήμουν παρούσα δεν προτίθεμαι να σχολιάσω τα επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα της συζήτησης, των οποίων έχω μόνον την αποσπασματική εικόνα της σύνοψης των συνεργατών του tvxs και του βίντεο που την συνοδεύει [http://www.tvxs.gr/v12039]
Στον τίτλο μένω, λοιπόν, και στην η εκτίμηση των δημοσιογράφων του tvxs για τη θέση που είχαν στη συζήτηση τα γεγονότα του Δεκέμβρη, όπως συνάγεται από την σύνοψη και το βίντεο: "Ακούστηκαν πολλά για την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 και καταδικάστηκαν οι εκδηλώσεις βίας. Ρωτήσαμε αν σε αυτή την κουβέντα χωρά και η παράμετρος της κρατικής ίας ενώ αρκετοί από τους παρευρισκόμενους χαρακτήρισαν ως υπερβολικά αρκετά σημεία των εισηγήσεων"
Αρχική μου πρόθεση ήταν να μεταφέρω το σχετικό βίντεο, γιατί αυτό τράβηξε την προσοχή μου, αλλά παρατήρησα ότι κάτι τέτοιο θα βάραινε πολύ την ανάρτηση. Καθώς δε ο αναγνώστης μπορεί ανά πάσα στιγμή να δει το βίντεο στο link που αναφέρεται παραπάνω, καταθέτω απλώς την δική μου εντύπωση, η οποία δεν αφορά τον λόγο αλλά την εικόνα, την σημειολογία της εικόνας, αυτό που εκπέμπει ακόμα κι αν κλείσεις τον ήχο: απόσταση κι αναμονή. Απόσταση ανάμεσα στην έδρα και τις επάλληλες σειρές των καθισμάτων -υπό μορφή παραδείγματος, το κείμενο που διαβάζει ο πρώτος εκ των ομιλητών, σηματοδοτεί πολλαπλά αυτό το είδος της από καθέδρας απόστασης[1]
Έτσι, απόσταση κι αναμονή συνάμα, αν παρατηρήσει κανείς τη γλώσσα του σώματος όσων από το ακροατήριο δείχνει η εικόνα. Σαν να έπρεπε να γίνει κάτι άλλο, μια άλλη διευθέτηση, μια άλλη τάξη στο χώρο και τον χρόνο. Κάτι σαν την ερώτηση του προηγούμενου θέματος: "πού ήσουνα τον Δεκέμβρη;"
Νομοθετικές ρυθμίσεις στο ζήτημα της προσωρινής κράτησης εξάγγειλε ο Υπουργός Δικαιοσύνης
"Η Ελλάδα έχει ένα απαράδεκτο ρεκόρ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σχεδόν το 1/3 των κρατουμένων στις φυλακές δεν είναι καταδικασμένοι, αλλά προσωρινά κρατούμενοι. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί. Δεν μπορούμε να έχουμε τετραπλάσια αναλογία από το μέσο ευρωπαϊκό όρο στους προσωρινά κρατούμενους. Αυτό θα λυθεί. Θα υπάρξει διάταξη -ελπίζω με ομοφωνία των κομμάτων της Βουλής- με την οποία η προσωρινή κράτηση θα ελαχιστοποιηθεί", δήλωσε ο Υπουργός στη Θεσσαλονίκη. Δήλωσε επίσης ότι ο λόγος που δεν ανέλαβε το προηγούμενο διάστημα τη σχετική πρωτοβουλία ήταν επειδή δεν το επέτρεπε η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, λόγω των γνωστών υποθέσεων [Siemens, Βατοπεδίου], που απασχόλησαν τον τελευταίο καιρό την κοινή γνώμη. «Αν κατέβαζα τέτοια διάταξη θα μου έλεγαν ότι το κάνω για τις γνωστές υποθέσεις, που ταλανίζουν τη χώρα» [πηγή: http://www.tvxs.gr/v12027]
Πολιτικό "ολίσθημα" ο λόγος του υπουργού, που δηλώνει ότι εναποθέτει τον βαθμό προστασίας των πολιτών από αυθαίρετες και άδικες αποφάσεις δικαστικών οργάνων στην ρουλέτα της συγκυρίας; Ότι η απάντηση σε ένα χρόνιο πρόβλημα, που αφορά χρόνο στέρησης ελευθερίας πολιτών οι οποίοι δεν έχουν κριθεί ακόμα ένοχοι και που σε πολλές περιπτώσεις τελικά αθωώνονται, γίνεται ζήτημα ευρωπαϊκού σκορ;
Αν συναρθρώσουμε όλα τα παραπάνω και τα συνδυάσουμε με την προνομιακή θέση που καταλαμβάνει στον δημόσιο χώρο το θέμα της βίας, της εγκληματικότητας, του νόμου και της τάξης..., κυρίως εάν από το χώρο της νομικής ρύθμισης περάσουμε στο πεδίο της εφαρμογής των ποινικών μέτρων, τότε η "συγκυρία" αποκτά άλλο περιεχόμενο και η παράδοξη αιτιολόγηση του μέτρου γίνεται μια απλουστευτική μεταφορά της πραγματικότητας των ποινικών πρακτικών και της σχέσης τους με τα πολιτικά και πολιτισμικά συμφραζόμενα εντός των οποίων υλοποιούνται.
Αντλώ και πάλι από τον David Garland, κατ' αρχήν, στην προσπάθεια να συγκροτήσω το επιχείρημα. Οι ποινικές διαδικασίες, λέει ο Garland «εγγράφονται σε ένα νοηματικό χώρο, τον οποίο μπορούμε να ορίσουμε ως ποινική κουλτούρα» (Garland, 1990/ 1999: 251, Pena e società moderna. Uno studio di teoria sociale, Milano: il Saggiatore). Οποιοσδήποτε εξωτερικός παράγοντας επιχειρήσει να μεταβάλλει τις ποινικές πρακτικές (νόμος, πολιτικές επιταγές, οικονομικές αναγκαιότητες κ.ο.κ.), προκειμένου να είναι αποτελεσματικός θα πρέπει αρχικά να επενεργήσει σ’ αυτήν την ποινική κουλτούρα. Πρωταρχικοί φορείς αυτής της κουλτούρας είναι προφανώς τα άτομα που κατέχουν θεσμικό ρόλο στο πλαίσιο του ποινικού συστήματος (υπουργοί, αστυνομία, δικαστές, σωφρονιστικοί υπάλληλοι κ.ο.κ.). Κατά συνέπεια, μια σημαντική συνιστώσα των ποινικών πρακτικών είναι η διαμόρφωση αυτών των φορέων στο πλαίσιο του ευρύτερου πολιτισμικού περιβάλλοντος στο οποίο εντάσσονται, στις επιδράσεις του οποίου κάθε άλλο παρά ανοσία αναπτύσσουν. Αυτό φαίνεται καθαρά αρχικά στην αστυνομική πρακτική και στους χώρους στους επικεντρώνεται κάθε φορά η αστυνομική επιτήρηση: Κάποιοι χώροι απολαύουν ασυλίας και κάποιοι άλλοι είναι μονίμως υπό επιτήρηση με βάση πολιτισμικά μοντέλα ήδη διαμορφωμένα που αφορούν την ομαλότητα, την ηθική, την προσωπικότητα, τις κοινωνικές σχέσεις. Η αστυνομική επιτήρηση εφοδιάζει τα επόμενα στάδια του ποινικού συστήματος με παραβάτες ενόψει της μετατροπής τους σε εγκληματίες· η διαδικασία που ακολουθεί, οδηγεί στην παραγωγή «καθεστώτων αλήθειας» τόσο μέσα από την ρουτίνα των ποινικών πρακτικών, όσο και από τα κείμενα (προφορικά ή γραπτά) που παράγονται από την ποινική διαδικασία· η παραχθείσα «θεσμική αλήθεια» επιβεβαιώνεται και επικυρώνεται από την σύνθεση του συνήθους ποινικού πληθυσμού ενώ μέσα από μια μεγεθυντική ακολουθία ο ποινικός πληθυσμός αναπαράγει τον εαυτό του τροφοδοτώντας κι ενισχύοντας τις δεσπόζουσες εικόνες περί του «ποιος είναι [εν δυνάμει] εγκληματίας» για να σταλεί και πάλι στη φυλακή ως υπόδικός ή κατάδικος. Σχετικά με το ίδιο θέμα, έγραφε και ο Θωμάς Παπακωνσταντίνου σε μια προηγούμενη ανάρτηση με τίτλο, "Η δύναμη του δικαίου": Η δικαστική κατάσταση λειτουργεί ως ένας θεσμισμένα ουδέτερος χώρος που αποσιωπά το γεγονός ότι εκείνη η εργασία της εκλογίκευσης που επιτρέπει στη δικαστική απόφαση να προαχθεί σε απόφανση, οφείλεται πολύ περισσότερο στις ηθικές και κοινωνικές διαθέσεις των φορέων της παρά στους καθαρούς κανόνες (normes) του δικαίου. Ή, με άλλα λόγια, η εφαρμογή του νόμου, δηλαδή το πρακτικό περιεχόμενο του νόμου που αναφαίνεται στην απόφαση, είναι η απόληξη μιας συμβολικής πάλης που παράγεται διαμέσου μιας κρίσης και η οποία εδράζεται σε ένα νομικό, εν προκειμένω δικαστικό, Habitus. Τα συστήματα εθισμών και έξεων (Habitus) λειτουργώντας αφενός ως συλλογικές αναπαραστάσεις και αφετέρου ως θεμελιωτικά δεδομένα τάξης και κοινωνικών πρακτικών είναι αυτά που επιτρέπουν στο νομικό πεδίο, όπως και σε κάθε πεδίο, να λειτουργήσει δια των υποκειμένων του: να εξάρει και να εφαρμόσει ερμηνείες, να επιτελέσει ιστορικοποιήσεις κανόνων, να παράξει δικαστικές αποφάνσεις [...]
Παρά, λοιπόν, τις καλές προθέσεις του υπουργού, και ξεχνώντας για λίγο την πολιτική αιτιολόγηση ως ήσσονος σημασίας στο σημείο αυτό, η "βελτίωση του σκορ" δεν είναι μια μηχανιστική διαδικασία που υπόκειται σε τενχικής φύσεως διευθετήσεις: η εφαρμογή της εξαγγελθείας ρύθμισης, όπως και η εφαρμογή της ισχύουσας που χρόνια τώρα υπερβαίνει το πνεύμα [συχνά δε και το γράμμα] του νόμου, προσκρούει σ' ένα πολύ πιο σύνθετο πεδίο που παράγει κανόνες πλάι [και συχνά σε αντίθεση με] τους θεσπισμένους ποινικούς κανόνες: ενόσω η «πρωτοφανής αύξηση της εγκληματικότητας», τα ιδεολογήματα «έκτροπα», «μπαχαλάκηδες», «γνωστοί/άγνωστοι» νοηματοδοτούν την κοινωνική πραγματικότητα, τόσο στο επίπεδο των αιτιακών προσδιορισμών των φαινομένων όσο και στο επίπεδο της ποινικής τους διαχείρισης, οι ηθικοί πανικοί θα επανέρχονται ως καταλύτης, πυροδοτώντας την μεγεθυντική ακολουθία ενίσχυσης της καταστολής, ενδεχομένως και ανεξάρτητα των πραγματικών διακυμάνσεων της εγκληματικότητας.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου