Παίζοντας με τις λέξεις, παίζοντας με τον φόβο...
Στη συνεδρίασή του της 31/3/2009 το Δημοτικό Συμβούλιο της Νέας Σμύρνης απεφάνθη ότι υπάρχει αύξηση της εγκληματικότητας στην πόλη και ενέκρινε ομόφωνα σχετικό ψήφισμα. Το παραθέτω, όπως δημοσιεύτηκε στην τοπική εφημερίδα Απόηχος:
"Το Δ.Σ. κατά τη διάρκεια της 7ης/31.03.09 συνεδρίασης εξέδωσε ομόφωνα το ακόλουθο ψήφισμα:
Το Δημοτικό Συμβούλιο καταδικάζει κάθε μορφή βίας καθώς και την αύξηση της εγκληματικότητας, που παρατηρείται το τελευταίο διάστημα στην πόλη μας, με κορυφαίο γεγονός το θάνατο του συμπολίτη μας Θανάση Χωματόπουλου, που έχασε τη ζωή του κατά την ώρα της εργασίας του.
Ζητάμε άμεση ενεργοποίηση των αρμόδιων Αρχών για την προστασία των δημοτών μας, την άμεση σύλληψη και την παραδειγματική τιμωρία των ενόχων.
Ο Δήμαρχος Γ. Κουτελάκης Τα μέλη Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. Δημήτριος Μαμώλης"
Δεν είναι καινούργιο το γεγονός ότι σε περιόδους κρίσης, η βία και η εγκληματικότητα χρησιμοποιούνται ως ένας τρόπος για να μιλάμε συνολικά για την κοινωνία και τα προβλήματα που παράγουν οι κυρίαρχες κοινωνικές σχέσεις. Υπάρχουν πολύ σημαντικές αναλύσεις για τις χρήσεις της λεγόμενης "κοινωνίας του φόβου", σε κάποιες από αυτές έχω ήδη αναφερθεί σε προηγούμενες αναρτήσεις και σίγουρα θα επανέλθουν στη συζήτηση γιατί οι τρέχουσες εξελίξεις είναι πολλά υποσχόμενες για παρόμοιους προβληματισμούς.
Στην περίπτωση του ΔΣ της Νέας Σμύρνης, εικάζω ότι ο λόγος για τον οποίο βγήκε το συγκεκριμένο ψήφισμα ήταν η ληστεία της οποίας θύμα έπεσε ο Θανάσης Χωμενόπουλος. Έτσι, αβασάνιστα, ο θάνατος του θεματοποιήθηκε σε ένα λόγο περί εγκληματικότητας γενικώς και απομειώθηκε σε γενικόλογες καταδίκες αντί της λιτής έκφρασης θλίψης που θα απέδιδε στο συγκεκριμένο γεγονός τη σημασία που του ανήκει και θα τιμούσε τον νεκρό.
Παίζοντας με τις λέξεις. Δεν θα "καταλογίσω" στο Δ.Σ. πρωτοτυπία για την πολυχρησιμοποιημένη ανόητη διατύπωση "καταδικάζω κάθε μορφή βίας", μια ευκολία, ένα παιγνίδι με τις λέξεις που αποκαλύπτει την γύμνια της δήλωσης όταν τεθεί το ερώτημα εάν η καταδίκη αφορά και την θεσμική βία, αυτή της οποίας το μονοπώλιο έχει το κράτος και στην οποία παρόμοιες δηλώσεις παραπέμπουν συνήθως στην αμέσως επόμενη φράση [άμεση σύλληψη και παραδειγματική τιμωρία] Βέβαια είναι ενδιαφέρουσα η ακριβής διατύπωση [κάθε μορφή βίας καθώς και την αύξηση της εγκληματικότητας] γιατί το καθώς στην ελληνική γλώσσα συνήθως υποδηλώνει άθροιση και όχι επισήμανση ειδικότερου θέματος, οπότε μοιάζει να διαχωρίζεται η αύξηση από την κάθε μορφής βία και την εγκληματικότητα και να αναδεικνύεται σε εξειδικευμένο αντικείμενο καταδίκης -ας κάτσει φρόνιμη η εγκληματικότητα, ας μην αυξάνεται και μας κουράζει!
Μόνο που παρόμοιοι συλλογισμοί βάζουν σε κρίση την λογική μας, οπότε ας περάσουμε στο Παιγνίδι με τον φόβο.
Διαβάζει ο πολίτης της Νέας Σμύρνης ότι το τελευταίο διάστημα έχουμε και τοπική αύξηση της εγκληματικότητας κι αν δεν το είχε προσέξει, καλά θα κάνει να το προσέξει. Έτσι, αξιωματικά, στοιχεία δεν χρειάζονται, η εκτίμηση του ΔΣ περί του γεγονότος αντικαθιστά το γεγονός, ούτε η πρώτη φορά είναι ούτε η τελευταία. Αριθμούς δεν είμαι σε θέση να προσκομίσω, όπως και οιοσδήποτε άλλος που δεν έχει κάνει μελέτη των δικαστικών και όχι των αστυνομικών στατιστικών [καταδίκες, όχι συλλήψεις ή ενδεχόμενες επιχειρήσεις-σκούπα] ελέγχοντας τη μεταβλητή "τόπος τέλεσης εγκλήματος". Κι αν έπρεπε να σχεδιάσω μια παρόμοια έρευνα για κάποια περιοχή του λεκανοπεδίου, η Νέα Σμύρνη θα ήταν από τις τελευταίες που θα σκεφτόμουνα. Πιθανότατα, όμως, η Νέα Σμύρνη να ήταν μια καλή επιλογή για μια έρευνα που θα αφορούσε την συνάρθρωση του φόβου με τις χρήσεις του δημόσιου χώρου και τη ρητορική περί "καθαρών πόλεων" που συνοδεύει την συρρίκνωσή του ή/ και την εισβολή εμπορικών χρήσεων που μετατρέπουν τον δημόσιο σε επιτηρούμενο χώρο.
Η ανάπλαση του Άλσους εικονογραφεί την συνθήκη καθώς το παλιό, γερασμένο μεν αλλά πυκνοφυτεμένο, άλσος έγινε… διαμπερές, το βράδυ φωτίζεται σαν να είναι μέρα και, φυσικά, από κάποια ώρα και μετά κλειδώνουν οι είσοδοί του για να… κρατήσουν έξω την εγκληματικότητα. Και δυο πιο απτά παραδείγματα. Η προ έτους περίπου σχεδιαζόμενη παραχώρηση του Μπούρμπουλα της πλατείας της Νέας Σμύρνης σε παρακείμενη καφετέρια, με επιχείρημα το ότι είχε γίνει στέκι χρήσης ναρκωτικών και εγκληματικότητας. Ο Μπούρμπουλας είναι ένας εν μέρει στεγασμένος χώρος με παγκάκια, που βρίσκεται απέναντι από την στάση του τραμ και όπου στη, διάρκεια της μέρας, συχνάζουν κυρίως ηλικιωμένοι ή ξεκουράζονται όσοι δεν επιθυμούν να αγοράσουν την ξεκούρασή τους στις καφετέριες που κατακλύζουν την πλατεία. Το βράδυ, κάτω από τον Μπούρμπουλα συχνάζει εκείνη η χρωματιστή κι «αταξινόμητη νεολαία», η οποία, ενόψει της επέκτασης της καφετέριας, καταχωρίστηκε στις κατηγορίες «πρεζόνια» και «περιθωριακά στοιχεία» που συχνάζουν εκεί και παρενοχλούν τους περαστικούς. Η παραχώρηση ναυάγησε, λόγω κινητοποίησης ομάδων πολιτών. Το άλλο παράδειγμα είναι ο Γαλαξίας, η περίφημη καφετέρια στο κέντρο της πλατείας [αυτό που υπήρξε ως σημείο αναφοράς για τους παλιούς, θα το κρατήσει στην μνήμη μας η ταινία «Κάθε Σάββατο» του Βασίλη Βαφέα], η οποία είχε αφεθεί απ’ την δημοτική αρχή να καταντήσει ένα βρωμερό ερείπιο. Ενόψει της μετατροπής της σε μια ακόμα εμπορική δραστηριότητα στην ασφυκτιούσα πλατεία της πόλης, στα γεγονότα του Δεκέμβρη έγινε η κατάληψή του ερειπωμένου κτιρίου και σχεδιάστηκε η μετατροπή του σε αυτοδιαχειριζόμενο πολυχώρο συνάντησης ανθρώπων και κινημάτων. Δεν είναι μόνον η μετατροπή μιας εστίας μόλυνσης σ’ ένα πολύχρωμο χώρο που σήμερα σφύζει από ζωή. Αν ο Δεκέμβρης σηματοδότησε μια άλλη δυναμική στις χρήσεις του χώρου που μπορεί να οργανώνει και να υποδέχεται κινηματικές διαδικασίες, στην Νέα Σμύρνη η κατάληψη του Γαλαξία μπορεί να είναι ένα παράδειγμα. Και ως τέτοιο να τροφοδοτεί την ρητορική του φόβου, όπου το κινηματικό εγχείρημα νοηματοδοτείται με όρους «εστίας ναρκωτικών και εγκληματικότητας» όπως αναπαράγονται μέσα από δηλώσεις δημοτικών αρχόντων και δημοσιεύματα του τοπικού τύπου. Κι έτσι ο "κίνδυνος" βρίσκει τη θέση του στην "κοινωνική αταξία", προνομιακό πεδίο τροφοδότησης του φόβου, και το παιγνίδι με τις λέξεις επιχειρήματα τοπικής χρήσης, τα οποία θα ήταν ανάξια λόγου αν δεν συναρθρώνονταν με την ευρύτερη ρητορική του φόβου, που έχει εξελιχθεί σε πρωτεύοντα Λόγο περί των προβλημάτων και των δεινών της ελληνικής κοινωνίας. Αυτός είναι και ο μοναδικός λόγος που ασχολήθηκα με το ψήφισμα του ΔΣ και φοβάμαι ότι ασχολήθηκα πολύ περισσότερο από εκείνους που εκπόνησαν αυτό το ασυνάρτητο κείμενο.
Είναι πολύ ενδιαφέρον το πώς η/ο ευαισθητοποιημένη/ος διαβάζει ανάμεσα από τις γραμμές ενός «ασυνάρτητου» κειμένου κι εξ αυτού παράγει πολιτική.
ΑπάντησηΔιαγραφή