ΜΕΣΑ ΓΗ
Έστριψες τη γωνία και περπάτησες μέσα σε υπόγειες στοές
κι ό,τι πέτρινο έσκυψες και το 'χωσες στις τσέπες
να 'χεις κορμί να στέκεται.
Ταξίδια που έγιναν. Κι όταν γυρίσει η φευγάτη κόρη
θα πεις πως άδικος ο πηγαιμός,
ήρθαν κι εδώ καράβια, ξέβρασαν μακρινά νερά
και περιμέναν.
«Και η παλιά μου γη;» θα σε ρωτήσει και θα πεις
«αυτή τη σκάψαμε κι άλλο δεν έχει
μόνο μας φύτρωσαν κάτι χορτάρια στα χέρια
κι αχρήστεψε η πάνω πόλη.»
Λίγο θα πάρει να το δει. Τόποι που στένεψαν
κι ούτε θα προσκληθεί να τους πατήσει.
Δεν θα μιλήσει άλλη φορά. Εσένα
σου έτυχε η τελευταία φωνή.
Και για τους άλλους, κρίμα.
Κι έστριβες τη γωνία και περπατούσες μέσα σε υπόγειες στοές
και σου πετούσε πέτρες
να τη μαζεύεις λίγη-λίγη, να χεις
να μοιάζεις κάπου όταν σταθούν τα μάτια
κι αγριέψουν.
(23/11/08)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου