πάλι ψυχραμένοι είμαστε;
These phenomena* must say something to us – if only we could know exactly what (Stan Cohen, 1980: ix)
* Οι νεανικές υπο-κουλτούρες στην μεταπολεμική Βρετανία.
[…] σήμερα είμαστε μάρτυρες μιας κρίσης τού είναι σε μια κοινωνία όπου η αυτό-εκπλήρωση, η έκφραση, η αμεσότητα είναι υπέρτατες αξίες, ακόμα κι αν οι δυνατότητές εκπλήρωσής τους είναι σημαντικά περιορισμένες από την αυξανόμενη γραφειοκρατικοποίηση της εργασίας (την λεγόμενη McDolandization [ελαστικοποιημένη εργασία σύμφωνα με το μοντέλο ΜcDonald]) και την εμπορευματοποίησης του ελεύθερου χρόνου. Το έγκλημα και η παρανομία σ’ αυτά τα νέα συμφραζόμενα μπορούν να ειδωθούν ως μορφή απόδρασης από τους καταναγκασμούς, άμεση υλοποίηση αναγκών και επιβεβαίωση της ταυτότητας και της ύπαρξης. Μ’ αυτήν την έννοια, η ταυτότητα καθίσταται μέρος της παραβίασης των κανόνων [Hayward & Young, 2004: 267, “Cultural Criminology. Some notes on the script”, στο Theoretical Criminology, vol. 8(3)] 2. Η Αθήνα μοιάζει πολλές φορές
με μια πόλη σε παράλυση ή ομηρία. Ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως κάνει λόγο για «αντάρτικο πόλεως», προσφέροντας σε όσους συμμετέχουν στα επεισόδια τον μεγάλο μύθο που αναζητούσαν. Ο Συνασπισμός ακολουθεί τη συνταγή της πολιτικής με όρους λιανικής: Ψαρεύει ψήφο ψήφο χωρίς να τον νοιάζει από πού προέρχεται ή αν κάνει ζημιά στον τόπο. Η χώρα μοιάζει να έχει μπει σε μια «άρρωστη» περίοδο, που προκαλεί άλλοτε αισθήματα μελαγχολίας και άλλοτε εκρήξεις αγανάκτησης. Το βέβαιο είναι πως αυτή η κρίση γύρω από την παιδεία έχει αρχίσει να ξεφεύγει από την κατάσταση που ξέραμε ως σήμερα. Δεν μιλάμε πια μόνο για τα 400 μέλη των 3–4 συμμοριών που κατοικοεδρεύουν στα γνωστά στέκια του κέντρου της πόλης. Αυτοί συμμετέχουν στις καλά σχεδιασμένες επιχειρήσεις εναντίον των ΜΑΤ ή άλλων στόχων συνεχίζοντας μια μακρά παράδοση. Στο μυαλό τους είναι οι συνεχιστές ενός «ένοπλου κινήματος» το οποίο έβρισκε, δυστυχώς, πάντοτε θερμούς υποστηρικτές στη Βουλή και τη δημοσιογραφία. Αυτό είναι ένα κομμάτι της σημερινής εικόνας. Το υπόλοιπο έχει να κάνει με όλο και περισσότερους νέους που «μαγεύονται» από τη βία. Αυτοί αποτελούν φαινόμενο για σοβαρό προβληματισμό. Καμία έξαρση βίας δεν μπορεί να λυθεί μόνο με αστυνομικά μέτρα. Τη δεκαετία του 1960, η Αμερική γνώρισε μια απίστευτη έξαρση εγκληματικότητας, με κυρίως μαύρους δράστες στις μεγάλες πόλεις. Ο Λίντον Τζόνσον δήλωσε πως η λύση δεν ήταν να συλλάβεις όλους τους φτωχούς μαύρους ή να βάλεις περισσότερη αστυνομία στα γκέτο. Αποφάσισε λοιπόν πως αυτό που χρειαζόταν ήταν η δημιουργία μιας μεσαίας τάξης μαύρων που θα έλυνε τα προβλήματα διαβίωσης και θα τους έδινε μια ελπίδα και προοπτική. Και αυτό λείπει σήμερα από την ελληνική νεολαία. Σε μια κοινωνία που το όνειρο είναι το μεγάλο τζιπ και το εξοχικό με πισίνα, ο νέος που πιστεύει μέσα του ότι δεν θα έχει ποτέ ούτε το ένα ούτε το άλλο τρελαίνεται. Έχει πεισθεί από τα μεταπολιτευτικά στερεότυπα πως «όλοι τα παίρνουν», πως κανείς δεν φτάνει κάπου με την αξία του, είτε μέσω ΑΣΕΠ είτε με κόπο και ιδρώτα στον ιδιωτικό τομέα. Μέσα στην απελπισία του, σε μια κοινωνία χωρίς κανένα θετικό πρότυπο, νιώθει φόβο, υπερασπίζεται ένα μυθικό στάτους κβο που του μοιάζει παραδεισένιο και εκτονώνεται στον χαβαλέ της βίας. Αυτό το φαινόμενο είναι να μην πάρει φωτιά... μετά απλώνεται χωρίς να το καταλάβεις. Αυτό που λείπει είναι το όραμα μιας άλλης Ελλάδας, που θα ξεφύγει από τη μιζέρια και τη... σοβιετική ψευδαίσθηση ασφάλειας του Δημοσίου ή της δήθεν δωρεάν παιδείας. Αν οι πολιτικοί μας δεν το καταλάβουν γρήγορα και δεν δώσουν το χέρι στον νέο Έλληνα για να βγει από το αδιέξοδο πιστεύοντας σε κάτι θετικό, ο κ. Καραμανλής ή ο κ. Παπανδρέου ή όποιος θα είναι πρωθυπουργός σε μερικά χρόνια θα έχει μπροστά του ένα ανεξέλεγκτο φαινόμενο βίας και αμφισβήτησης (Α. Παπαχελάς, Καθημερινή, 14/3/07)
3. Η αλλαγή των όρων ενός επιχειρήματος είναι εξαιρετικά δύσκολη, εφ’ όσον ο κυρίαρχος ορισμός του προβλήματος απαιτεί, με την επανάληψη, το βάρος και την αξιοπιστία εκείνων που τον προτείνουν ή τον αποδέχονται, την επικύρωση της “κοινής λογικής”. Τα επιχειρήματα που επιμένουν σ’ αυτόν τον ορισμό του προβλήματος θεωρούνται ότι αποτελούν “λογικό” επακόλουθο. Τα επιχειρήματα που επιδιώκουν να αλλάξουν τους όρους αναφοράς διαβάζονται “ως απομακρυνόμενα από το θέμα”». (Stuart Hall, 1989: 133, Χωλ. Στ., κ.α., «Η αστυνόμευση της κρίσης – Η εξισορρόπηση των εκδοχών: η εκμετάλευση του Χάντσγουόρθ», στο Μ. Κομνηνού, Χ. Λυριτζής (επιμ.) Κοινωνία, εξουσία και Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, Αθήνα: Παπαζήσης)
4. Στην τελευταία σελίδα του Folk Devils and Moral Panics. The creation of the Mods and Rockers, ο Stan Cohen γράφει: "Όσο οι κοινωνίες μας εγκλωβίζουν τμήματα του κοινωνικού σώματος - τους νέους σε αυτήν την περίπτωση – σε μονοδιάστατα ή και αδιέξοδα μονοπάτια ανέλιξης και πρόσβασης στα αγαθά που η ίδια υπόσχεται καταδικάζοντας εκ των υστερών τις προτεινόμενες λύσεις και πρακτικές που αυτά τα κοινωνικά τμήματα επιλέγουν, τότε το μέλλον μάς επιφυλάσσει νέους ηθικούς πανικούς" (Cohen, 1980, Folk Devils and Moral Panics. The creation of the Mods and Rockers, New York: St. Martin’s Press). Ορίζει δε ως ηθικό πανικό, μια κατάσταση επεισόδιο, άτομο ή ομάδα έρχεται στο φως της δημοσιότητας για να ορισθεί ως απειλή για τις κοινωνικές αξίες και συμφέροντα. Οι ηθικές οχυρώσεις ενισχύονται από εκδότες, κληρικούς, πολιτικούς και άλλους ορθά σκεπτόμενους ανθρώπους. Κοινωνικά αποδεκτοί ειδικοί προβαίνουν σε διαγνώσεις και προτείνουν λύσεις … (η εμφάνιση του πανικού) μερικές φορές έχει πιο σοβαρές και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις και μπορεί να προκαλέσει μεταβολές στο νομικό σύστημα και την κοινωνική πολιτική, ή ακόμα και στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται μια κοινωνία τον εαυτό της (Cohen, S. 1972/ 1980: 9)*
5. Πρόκειται μάλλον για το ότι τα εγκληματικά συμβάντα, οι ταυτότητες και τα στυλ ζωντανεύουν μέσα σ’ ένα περιβάλλον διαποτισμένο από τα ΜΜΕ και, ως εκ τούτου, εξαρχής υπάρχουν ως μια στιγμή σ’ ένα διαμεσολαβητικό σπιράλ παρουσίασης και αναπαράστασης. Τα ΜΜΕ κατασκευάζουν μάλλον τα εγκληματικά συμβάντα και τις προσλήψεις της εγκληματικότητας, παρά αναφέρονται σ’ αυτά […] Σε κάθε περίπτωση, ως πολιτισμικοί εγκληματολόγοι μελετάμε όχι μόνον εικόνες αλλά εικόνες των εικόνων, έναν απέραντο χώρο διαμεσολαβητικών κατόπτρων (Ferrell & Sanders, 1995: 14, “Toward a Cultural Criminology”, στο Ferrell, J. & R. Sanders (επιμ.), Cultural Criminology, Boston: Northeastern University Press)
Thorsten Sellin (1968: vi)
Indeed it is precisely because it subverts this calm imagery of institutional power and order that the sight of protesting inmates on a prison roof is so disturbing to the public and authorities alikeDavid Garland (1990: 260)*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου