Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ στις 30/1/2021
Εάν δεχτούμε ότι το δίκαιο δεν είναι μόνον μορφή της εξουσίας, αλλά και όριο, έλεγχος, περιορισμός των απολυταρχικών της τάσεων, κρίσιμο σημείο αυτής της αρχής είναι το σωφρονιστικό σύστημα στο οποίο εισάγεται ο κρατούμενος μετά την εκδίκαση της υπόθεσή του και τον προσδιορισμό της ποινής. Και είναι κρίσιμο σημείο διότι στη φυλακή ενδημεί η βία, είναι δομικό της στοιχείο. Μια απλή ματιά στην ιστορία της φυλακής δείχνει ότι ουδέποτε ο σωματικός βασανισμός έχασε όχι μόνον την συμβολική αλλά και την πραγματική αξία, ουδέποτε έπαψε να υφίσταται στην ίδια την υλική εκδοχή των συνθηκών εγκλεισμού και της επιβολής της πειθαρχίας, ως καθαρή βία σε επίπεδο σωμάτων, ως κολαστικό συμπλήρωμα της επιβληθείσας ποινής. Η φυλακή δεν είναι μόνο στέρηση της ελευθερίας, δεν είναι εξω-σωματική ποινή.[1]
Ως εκ τούτου το κύριο μέλημα πρέπει να είναι η προστασία των δικαιωμάτων των κρατούμενων και όχι οι ακροβατισμοί και οι αυθαιρεσίες που παρακάμπτουν το θεσπισμένο δικαίωμά των κρατούμενων να έχουν δικαιώματα και αυτά να γίνονται σεβαστά. Κατά την γνώμη μου δε, αποτελεί εκτροπή ήδη η αποψίλωση του Υπουργείου Δικαιοσύνης από το σωφρονιστικό κομμάτι αν και στην πραγματικότητα δεν κρύβει πια την ανάρμοστη εικόνα: Η φυλακή είναι μόνο τιμωρία και το σωφρονιστικό ιδεώδες είναι ο νομιμοποιητικός της λόγος.
Εάν, λοιπόν, θα πρέπει να συζητήσουμε με βάση τον νόμο, δεν έχω παρά να παραπέμψω στα ερωτήματα που θέτει το έγγραφο του Συνηγόρου του Πολίτη.
Ωστόσο, στην περίπτωση του Δημήτρη Κουφοντίνα, η επίκληση του νόμου είναι μια παρένθεση καθώς, εντέχνως, στον δημόσιο λόγο η ιδιότητα του κρατούμενου επισκιάστηκε από το είδος των πράξεων για τις οποίες καταδικάστηκε τελεσίδικα. Ο πολύ-ισοβίτης, ο τρομοκράτης, ο δολοφόνος είναι οι σταθεροί χαρακτηρισμοί του, οι οποίοι οδηγούν και στην απαξίωση του αντιθετικού λόγου που επικαλείται τα δικαιώματά του. Ακόμα χειρότερα, κατηγορούνται οι υποστηρίζοντες το αίτημά του ως υποστηρικτές της ένοπλης βίας και εκφέρονται προσβλητικοί χαρακτηρισμοί στα όρια του ποινικά κολάσιμου. Πολιτικοποιείται, κατά συνέπεια, το θέμα, δέχεται βολές το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης περίπου ως συνοδοιπόρος και αρωγός της τρομοκρατίας και, σ’ αυτήν τη ρητορική, ο λόγος περί νόμου, περί θεσμών εξαφανίζεται ή ουδετεροποιείται. Εδώ, όμως, κάτι ξεχνάμε. Την συζήτηση περί της αρμοδιότητας του δικαστηρίου που εκδίκασε την υπόθεση της 17Ν με βάση το ερώτημα εάν η δράση της ήταν του κοινού ποινικού δικαίου ή πολιτικό έγκλημα. Η λέξη τρομοκράτης παραπέμπει στην δεύτερη εκδοχή και όχι σ’ αυτήν που κατίσχυσε τελικά τότε. Οι λέξεις θέλουν προσοχή γιατί παίζουν περίεργα παιγνίδια.
Τελειώνοντας θα έλεγα ότι όλη αυτή η αγριάδα, οι αντιφατικές δηλώσεις και οι απρόσεκτες διατυπώσεις είναι και αποτέλεσμα φόβου: Το σώμα του απεργού πείνας είναι πιο επίφοβο απ' το εξεγερμένο σώμα που, ως "λογικό επακόλουθο", οφείλει να κατασταλεί προκειμένου να αποκατασταθεί η τάξη. Και είναι ακόμα πιο επίφοβο γιατί τα όριά του είναι μεταβλητά και μεταβαλλόμενα και, ως τέτοια, μη ελέγξιμα απέναντι στο ενδεχόμενο της τελικής απόδρασης, μιας απόδρασης για την οποία δεν προβλέπονται ποινές που να αποκαταστήσουν την κανονικότητα.
[1] Μισέλ Φουκώ, Επιτήρηση και τιμωρία, 1989, Ράππας. Να σημειώσω ότι με δική μου υπαιτιότητα δεν υπάρχει η παραπομπή αυτή στη δημοσίευση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου