ΕΦΥΓΕ Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΝΗΣ ΕΝΑΣ ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΗΣ ΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ |
11.04.10 |
Δεν απουσίασε ποτέ από τους συνδικαλιστικούς αγώνες Η σύντροφος της ζωής του, Σούλα, οι συγγενείς, οι φίλοι και σύντροφοι των αγώνων από τη δεκαετία του 50 μέχρι το τέλος της ζωής του συνόδευσαν την περασμένη Πέμπτη τον Δημήτρη Κουτσούνη στην τελευταία του κατοικία στο νεκροταφείο της Νέας Σμύρνης. Ανάμεσά τους ξεχωρίσαμε αρκετούς οικοδόμους, φίλους, συνεργάτες και συντρόφους του, που έζησαν από πολύ κοντά και πάλεψαν μαζί του, από τα νεανικά τους χρόνια για μια καλύτερη ζωή, για έναν καλύτερο κόσμο. Ο Δημήτρης Κουτσούνης ήταν άνθρωπος με δημοκρατική παιδεία, ευαίσθητος και ανήσυχος με γνώσεις παρά τα δύσκολα και σκληρά παιδικά χρόνια, αφού έχασε τον πατέρα του, ο οποίος δολοφονήθηκε έξω από τη Μεγαλόπολη, άνανδρα, λίγο πριν τη λήξη του εμφυλίου από τον μετέπειτα πρωτεργάτη της χούντας. Ο Δημήτρης μπήκε από την εφηβεία του στη βιοπάλη και από νωρίς οργανώθηκε στο παράνομο ΚΚΕ, το 1957. Την ίδια σχεδόν περίοδο οργανώθηκε στη Νεολαία της ΕΔΑ και άρχισε τη συνδικαλιστική του δράση με τη συμμετοχή του στη Νεολαία του Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος (ΔΣΚ). Στη νεολαία που τότε ήταν φυτώριο νέων συνδικαλιστών. Έτσι, πολύ γρήγορα εκλέχτηκε μέλος του ΔΣ των μπετατζήδων και γραμματέας της Συντονιστικής Επιτροπής των Εργαζομένων (ΣΕΝΕ). Ο Δ. Κουτσούνης μετείχε τα χρόνια μετά το 1960 από θέση ευθύνης στο Συνδικαλιστικό Κίνημα των Οικοδόμων, ως εκλεγμένος συνδικαλιστής και γραμματέας της ΕΔΑ Αθήνας των μπετατζήδων. Μετά το πραξικόπημα το 67 πάλεψε μέσα από τις γραμμές του ΠΑΜ, μετείχε ενεργά στην ίδρυση και παράνομη δράση του Αντιδικτατορικού Εργατικού Μετώπου (ΑΕΜ). Μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1958, τάχθηκε με την ανανεωτική πτέρυγα, εκλέχτηκε μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ Εσωτερικού. Με την πτώση της χούντας, ο Δημήτρης συνέχισε να αγωνίζεται για τις ανανεωτικές ιδέες της αριστεράς, μετέχοντας ενεργά στο ΚΚΕ Εσωτερικού, στην Ελληνική Αριστερά και τον ΣΥΝ. Ταυτόχρονα δεν απουσίασε ούτε στιγμή από τους συνδικαλιστικούς αγώνες για τον εκδημοκρατισμό του σ.κ., από τη θέση της γραμματείας του ΑΕΜ. Για τη δράση του αυτή εκλέχτηκε μέλος του ΔΣ στο σωματείο του, στην Ομοσπονδία Οικοδόμων, στη ΓΣΕΕ. Και από το 1994 έως το 1997 ήταν αντιπρόεδρος της ΠΟΕ-ΟΤΑ. Ο Δ. Κουτσούνης τίμησε με τον καλύτερο τρόπο την ψήφο των συναδέλφων του, εργάστηκε με δημιουργικότητα και ευθύνη. Γιατί, για τον Δημήτρη, που γαλουχήθηκε μέσα στους αγώνες, ο συνδικαλισμός ήταν λειτούργημα, τα συνδικάτα θα έπρεπε να είναι ανοιχτά σε όλους και οι συνδικαλιστές θα έπρεπε να είναι κοντά καθημερινά στους εργαζόμενους που μαζί τους ο Δημήτρης αναζητούσε λύσεις, συνδιαμόρφωνε τις απόψεις που υπερασπίστηκε με πάθος και ανιδιοτέλεια. Τις απόψεις του αυτές διατύπωνε δημόσια. Διάσπαρτα κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στην Πανοικοδομική (πριν τη δικτατορία), στην ォΑυγήサ, την ォΕργατική Ενότηταサ. (Ένα μικρό δείγμα των απόψεών του δίνουμε, σε διπλανή στήλη, με το απόσπασμα ομιλίας του στο αμφιθέατρο της ΓΣΕΕ για τα 43 χρόνια από την απεργία της 1ης Δεκεμβρίου 1960). Για τη δράση του αυτή ο Δημήτρης Κουτσούνης αγαπήθηκε απ όλους όσοι τον γνώρισαν και πολύ περισσότερο από αυτούς που συνεργάστηκαν μαζί του. Η παρουσία όλων όσοι τον συνόδευσαν στην τελευταία του κατοικία αποτελεί αδιάψευστη μαρτυρία. Τις ελάχιστες, αλλά χαρακτηριστικές απουσίες, θα απέφευγε και ο ίδιος ο Δημήτρης να τις σχολιάσει, όπως έπραξε για πολύ σοβαρά ζητήματα που τον πίκραναν πολύ. Μήτσο, βιάστηκες να φύγεις νωρίς. Μαζί με την Σούλα και τους δικούς σου θα σε θυμόμαστε έτσι όπως πραγματικά ήσουν σεμνός, χαμογελαστός και θυμωμένος. Ένας αγωνιστής, ένας πραγματικός φίλος, ένας άξιος του όρου σύντροφος, ένας ανοιχτός και ωραίος άνθρωπος, που σε χάσαμε τώρα στους ισολογισμούς των δύσκολων εποχών. Δια χειρός [και ψυχής] Μπάμπη Κοβάνη Η ΑΚΟΑ για τον Δημήτρη Η ΑΚΟΑ εκφράζει τα ειλικρινή και θερμά της συλλυπητήρια για το θάνατο του συντρόφου μας, από τα πολύ δύσκολα αλλά όμορφα και γόνιμα χρόνια, Δημήτρη Κουτσούνη. Από τα σημαίνοντα νέα συνδικαλιστικά στελέχη της εποχής των Λαμπράκηδων και της ΕΔΑ, ο σύντροφός μας Μήτσος δούλεψε παράνομα στη δικτατορία και στο ΚΚΕ Εσωτερικού και υπήρξε από τους πρωτεργάτες στον εργατικό τομέα του. Θα θυμόμαστε πάντοτε, μαζί με την προσφορά και τη φιλία του, και την ευθύτητα του χαρακτήρα του που δεν εγκατέλειψε, έστω και με κόστος, ώς το τέλος. Πίσω δεν γυρίζουμε! Του Δημήτρη Κουτσούνη* Με το εφτάωρο σταθήκαμε στα πόδια μας, γίναμε άνθρωποι! «Πρώτη Δεκέμβρη 1960, πρώτη Δεκέμβρη 2003, σαράντα τρία χρόνια μετά από την πρώτη μεγάλη απεργία των οικοδόμων στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες πόλεις της χώρας. Πρέπει να θυμόμαστε αυτήν την απεργία για το εργατικό κίνημα της χώρας. Είναι η απεργία που έδωσε ανάταση στο οικοδομικό, αλλά και γενικότερα, στο συνδικαλιστικό κίνημα της χώρας. Αυτή τη μέρα εκφράστηκε η αγανάκτηση του εργαζόμενου λαού που υπέφερε και δεν τολμούσε να διαμαρτυρηθεί. Δεν τολμούσε ούτε στο σωματείο του να γραφτεί, γιατί αμέσως θα χαρακτηριζόταν κομμουνιστής και θα δεχόταν όλες τις γνωστές συνέπειες: εξορία στα ξερονήσια, φυλακή, απόλυση από τη δουλειά του και τιμωρία όλης της οικογένειας, παιδιά, εγγόνια, δισέγγονα, ανίψια, ακόμη και γείτονες που του έκαναν παρέα στο καφενείο, στη δουλειά, στη βόλτα. Εμείς, νεολαίοι τότε του Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος (ΔΣΚ), καλούσαμε κι άλλους νέους να μας ακολουθήσουν στα γραφεία μας, πρώτα στη Σωκράτους κι αργότερα στην πλατεία Θεάτρου. Μόλις κατέβαιναν τις σκάλες, φεύγοντας, οι άντρες του Συνδικαλιστικού Τμήματος της Ασφάλειας τους πήγαιναν για ォεξακρίβωση στοιχείωνサ, παρόλο που είχαν ταυτότητα. Έμεναν μια νύχτα στο τμήμα (...) Αυτά και άλλα βάσανα που δεν χωράνε σ ένα χαρτί, ήρθε να εξουδετερώσει η μεγάλη απεργία της 1ης Δεκέμβρη του 1960. Μ αυτήν την απεργία άρχισαν να φαίνονται οι κατακτήσεις των οικοδόμων, αλλά και των άλλων εργαζομένων». Ήταν όλοι τους ωραίοι! Ο Δημήτρης Κουτσούνης στη συνέχεια αναφέρθηκε στην ώρα της μεγάλης κατάκτησης, το 7ωρο την ォκατάκτηση των κατακτήσεωνサ όπως είπε και συνέχισε: «Το λέω αυτό γιατί δεν έχει γίνει ποτέ στον κόσμο, πριν ή μετά τον Αύγουστο του 1964, απόφαση συνελεύσεων δύο σωματείων, των μπετατζήδων της Αθήνας και του Πειραιά, να επιβάλλουν μόνοι τους εφτά ώρες καθημερινής δουλειάς. Το εφτάωρο άρχισε 15 Αυγούστου του 1964. Δεν θεσμοθετήθηκε, επιβλήθηκε από τους οικοδόμους (...) Πολύ γρήγορα και τα άλλα τα σωματεία, στις συνελεύσεις τους, πήραν αποφάσεις και προχώρησαν στο εφτάωρο. Σε λίγες μέρες επεκτάθηκε σε όλους τους κλάδους των οικοδόμων και σε μερικούς μήνες σε όλη την Ελλάδα και διήρκεσε τόσα χρόνια, χωρίς νομοθετική επικύρωση. Ούτε η χούντα δεν τόλμησε να προχωρήσει στην κατάργησή του. Η επιβολή του εφτάωρου δείχνει ένα πράγμα: πόσο απάνθρωπες ήταν οι συνθήκες της δουλειάς των οικοδόμων πριν την κατάκτησή του και πόσο ομόρφυνε η ζωή τους με την επιβολή του. (...) Μια σοβαρή, επίσης, κατάκτηση αυτών των αγώνων ήταν η δημοκρατική λειτουργία των οργανώσεων, η αλληλεγγύη μεταξύ τους, η συντροφικότητα και πάνω απ όλα η φιλία. Η μεγαλύτερη κατάκτηση, όμως, των οικοδόμων ήταν, κατά τη γνώμη μου, ότι τόλμησαν να πουν το επάγγελμά τους, που απέφευγαν να λένε πριν από τους αγώνες και τις κατακτήσεις. Έγιναν άνθρωποι με αξία κι όχι παρακατιανοί, όπως τους θεωρούσαν μέχρι τις μεγάλες απεργίες. Τελειώνοντας θέλω να προσθέσω δύο λόγια για τους πρωταγωνιστές εκείνης της εποχής. Δεν ήταν εγγράμματοι, δεν ήταν πλούσιοι, δεν ήταν κακομαθημένοι. Ήταν εργάτες, ήταν ανήσυχοι, έγιναν μάστορες. Έγιναν άρχοντες μέσα στη φτώχεια. Μαρτύρησαν, έδωσαν το αίμα τους. Δεν κέρδισαν τίποτε πέρα από το σεβασμό και την αγάπη μας. Όμως ήταν και είναι όλοι τους ωραίοι». * Από το βιβλίο «Οι οικοδόμοι» που περιέχει άρθρα συνδικαλιστών της εποχής εκείνης. |
-------------------------------------------------------------------
Στις δημοτικές εκλογές του 2006, ο Κουτσούνης κλήθηκε… σε απολογία ενώπιον επιτροπής της ΠΚ του ΣΥΝ Νέας Σμύρνης για κομματική απειθαρχία. Δεν παρουσιάστηκε αλλά διάβασε σε ολομέλεια ένα κείμενο απ’ το οποίο μεταφέρω κάποια αποσπάσματα: «Αν θέλετε μ’ αυτές τις μεθόδους να κερδίζετε Δήμους και αξιώματα, χαλάλι σας. Εγώ είμαι αλλού. Εγώ γεννήθηκα, γνώρισα, υπηρέτησα και υπηρετώ μια άλλη αριστερά. Μια αριστερά που έχει αξίες και αγωνιστές που έδιναν πρόθυμα και τη ζωή τους για να υπερασπίσουν αυτές τις αξίες κι όχι καρέκλες και παχυλούς μισθούς. Ανδρώθηκα σε μια αριστερά που είχε απέναντί της σκληρό αντίπαλο. Τη Δεξιά, κι ακόμα περισσότερο τη χούντα. Εντάχθηκα στο ΚΚΕ το 1957, όταν ίσχυαν ακόμα ο Ν 509 και ο Ν 375. Παλέψαμε με τους συντρόφους μου σε δύσκολες συνθήκες και ανεβάσαμε το κίνημα των οικοδόμων όσο ψηλότερα μπορούσαμε. Παλέψαμε με αλληλεγγύη, χωρίς διακρίσεις, με σεβασμό ο ένας για τον άλλο. Με αυταπάρνηση και χωρίς φιλοδοξίες για καρέκλες και κονόμες. Κι αν ήθελα να προσχωρήσω στο ΠΑΣΟΚ, όπως κυκλοφορούν τα παπαγαλάκια σας στις ρούγες και στους καφενέδες της πόλης, θα το είχα κάνει όταν είχα τα πόστα που θα μου εξασφάλιζαν και αμοιβές. Τότε, όμως, προτίμησα να παραιτηθώ από τη Διοίκηση της ΓΣΕΕ διαμαρτυρόμενος για το άρθρο 4 που επέβαλε το 50+1 στις συνελεύσεις των εργαζόμενων.
Αν, λοιπόν, διώχτηκα και τιμωρήθηκα για τις ιδέες μου σε δύσκολους καιρούς, τώρα, στη λιακάδα, θέλετε να σκύψω το κεφάλι και να απολογηθώ στους οπαδούς του Κουτελάκη; […] Χαίρομαι που εγώ έζησα μια αριστερά που ακόμα και τις ήττες της ήξερε να τις μετουσιώνει σε καινούργιους αγώνες. Σήμερα αυτή την ιστορία τη ζω σαν φάρσα, αν και το γέλιο μου ήταν πικρό όταν άκουσα τον κ. Κουτελάκη να μιλάει, στην νεοελληνική, για losers (!), στην τελευταία προεκλογική του ομιλία. Εμείς που δεν τον στηρίξαμε, είμαστε μαθημένοι στις ήττες, γινόμαστε πιο σοφοί από τις ήττες. Γιατί για τη δική μας αριστερά η νίκη δεν ήταν ποτέ αυτοσκοπός αν δεν την συνόδευαν ιδέες και οράματα. Αυτός για ποια αριστερά μιλούσε και τον χειροκροτούσε ενθουσιασμένο το αλλοπρόσαλλο ακροατήριό του; Και τι έμεινε απ’ όλα αυτά στους αριστερούς που είχαν καταλάβει θέσεις στην πρώτη σειρά; Ότι αυτοί δεν είναι losers, άρα δεν τους αφορά ο σαρκασμός; Εύγε σας και πάλι!»
Κι αυτά τα λέω όχι μόνο γιατί ο Κουτσούνης ήταν φίλος και σύντροφος και σαν φίλο και σύντροφο τον αγαπούσα πολύ, αλλά κυρίως γιατί, όταν τα "μαύρα πρόβατα" της προεκλογικής περιόδου τρωγόμαστε με την επιλεκτική τύφλωση ανθρώπων που θεωρούσαμε συντρόφους μας, ερχόταν ο Κουτσούνης, μ' εκείνο το λίγο ειρωνικό χαμόγελό του, «πάλι γι’ αυτά μιλάτε;" Γι’ αυτή την τζάμπα πίκρα πίσω από το πειρακτικό χαμόγελό του, γι’ αυτούς τους τζάμπα εισαγγελείς, αυτούς που πιθανότατα διαβάζουν τώρα έκπληκτοι το βιογραφικό του. Αυτούς που… Κρίμα, βιαστήκανε να γίνουν στελέχη και τα μετά θάνατον λόγια είναι τζάμπα κι αυτά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου