Οι γυναικείες φυλακές τον 19ο αιώνα*
Ιουλία Φούντα
Εισαγωγή
Η ιστορική εξέλιξη του θεσμού της φυλακής είναι στενά συνδεδεμένη με την ιστορία των ανδρικών ιδρυμάτων. Οι μελέτες που ασχολούνται με την εξέλιξη των τιμωρητικών συστημάτων παρουσιάζουν μια σημαντική έλλειψη, παραβλέπουν τις φυλετικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των ανδρικών και γυναικείων φυλακών. Έτσι όμως έχει αγνοηθεί εντελώς η επιρροή της διαφοροποίησης του φύλου στην ανάπτυξη των ίδιων των τιμωρητικών θεσμών των φυλακών.
Στις απαρχές του συστήματος της φυλακής σημαντικό ρόλο στην νομιμοποίηση των τιμωρητικών πρακτικών έπαιξαν οι επικρατούσες ιδέες κάθε δεδομένης χρονικής στιγμής , που αφορούν την γενικότερη αντίληψη για την αρρενωπότητα και την θηλυκότητα. Οι κοινωνικές αντιλήψεις σχετικά, α) με τους ρόλους που πρέπει να επιτελούν τα δύο φύλλα, β) τις φυσικές και πνευματικές τους δυνατότητες, με το πέρασμα του χρόνου διαμόρφωσαν σε σημαντικό βαθμό και διαφοροποίησαν τις συνθήκες φυλάκισης και τον σκοπό και μέθοδο αναμόρφωσης μεταξύ των ανδρών και γυναικών κρατουμένων.
Στην παρούσα εργασία θα επιχειρήσω μια ιστορική αναδρομή της εξέλιξης των γυναικείων σωφρονιστικών ιδρυμάτων σε σχέση με τα αντίστοιχα των ανδρών μέσα από συγκεκριμένα εθνογραφικά παραδείγματα.
Στα πρώτα στάδια ανάπτυξης των γυναικείων σωφρονιστικών ιδρυμάτων, οι θεσμοί είχαν αρκετές ομοιότητες με αυτούς των ανδρών. Όσο ο θεσμός των φυλακών εξελισσόταν καταβλήθηκαν σημαντικές προσπάθειες να ιδρυθούν τελείως νέοι τύποι φυλακών, τα γυναικεία αναμορφωτήρια, στα οποία οι κρατούμενες θα λάμβαναν φροντίδα περισσότερο κατάλληλη στην γυναικεία φύση τους. Όμως, ακριβώς με αυτή τη θεσμοθέτηση διαφορετικής μεταχείρισης, τα αναμορφωτήρια νομιμοποιούσαν την παροχή φροντίδας σε μια βάση ανισότητας. Αργότερα και έως σήμερα το σύστημα των γυναικείων φυλακών συνεχίζει να εμπεριέχει θεσμούς με τους οποίους οι παλιότερες παραδόσεις της διαφοροποιημένης μεταχείρισης συνεχίζουν να υφίστανται.
Οι γυναικείες φυλακές τον 19ο αιώνα
Στην αρχή του θεσμού της φυλακής οι γυναίκες και οι άνδρες εγκληματίες κρατούνταν στα ίδια ιδρύματα. Λάμβαναν όμως διαφορετικού τύπου φροντίδα, με τις γυναίκες να είναι περισσότερο παραμελημένες. Ακολούθησε η συνειδητοποίηση ότι ο ρόλος της φυλακής πρέπει να είναι περισσότερο αναμορφωτικός παρά τιμωρητικός. (Rafter: 1998). Στο πλαίσιο αυτό οι πολιτικές και οι προσπάθειες στράφηκαν στην κατάρτιση προγραμμάτων που σαν σκοπό είχαν την εκπαίδευση, τον επαγγελματικό προσανατολισμό και την αναγέννηση των φυλακισμένων.
Σε αυτό το σημείο άρχισαν να δημιουργούνται τα αναμορφωτήρια για άντρες και γυναίκες. Στα ιδρύματα άρχισαν να αναδύονται σημαντικές διαφορές με βάση το φύλο. Τα προγράμματα στα οποία συμμετείχαν οι άνδρες αφορούσαν την εκπαίδευση σε επαγγέλματα ανοικτά στους άνδρες και προωθούσαν πιο πολύ τα πρότυπα αρρενωπότητας, με την έντονη σωματική δραστηριότητα. Τα αναμορφωτήρια των γυναικών από την άλλη προσπαθούσαν να αναμορφώσουν τις γυναίκες επαναφέροντας τες στον ρόλο τους στο οικογενειακό περιβάλλον. Η επικρατούσα θεωρία πίστευε ότι το πραγματικό έγκλημα των γυναικών αυτών, ήταν η αποτυχία τους να είναι πραγματικές γυναίκες.
Στα μέσα του 19ου αιώνα η κυρίαρχη προσέγγιση της γυναικείας εγκληματικότητας ήταν ηθική. Οι γυναίκες εγκληματίες δικάζονταν με βάση την άποψη περί ιδανικής γυναίκας, υπόδειγμα ηθικής. Τα εγκλήματα που διαπράττονταν από γυναίκες δεν παρέβαιναν μόνο τον ποινικό κώδικα αλλά περισσότερο αντιμετωπίζονταν σαν πράξεις εκτροπής από την κανονικότητα της θηλυκότητας. Τα συστήματα ελέγχου επικεντρώνονται σε αυτή την εποχή, στην αποτυχία του χαρακτήρα κάθε γυναίκας, να φανεί αντάξια του κοινωνικού ρόλου που αναμένεται να επιτελεί. (Zedner: 1991 ).
Οι διαφορές του φύλου που υπήρχαν στην ευρύτερη κοινωνία αντανακλούνται και στο σύστημα των φυλακών. Στην βικτωριανή εποχή η γυναίκα έπρεπε να επιτελεί ένα συγκεκριμένο ρόλο, αυτόν της μητέρας, της καλής συζύγου. Η γυναίκα αντιπροσώπευε το φυσικό στοιχείο και επομένως ήταν πιο ευάλωτη. Όταν η γυναίκα ενεργούσε έξω από τα όρια που της επέβαλε ο κοινωνικός της ρόλος έπρεπε να θεραπευτεί και να «αναγεννηθεί». Η γυναίκα θεραπεύεται από την εκτροπή της από τους προκαθορισμένους κοινωνικούς ρόλους. Στην περίοδο αυτή όπως είδαμε η γενικότερες αντιλήψεις για το φύλο και το ρόλο του άρχισαν να επηρεάζουν και το σύστημα του ελέγχου των φυλακών. Ένα έγκλημα επομένως έχει και ηθικές διαστάσεις. Αυτό είχε άμεση επίπτωση εκτός από την επιβολή ποινών και στον ρόλο των τιμωρητικών θεσμών.
Στοιχεία κοινωνικού ελέγχου.
Ο κοινωνικός έλεγχος των γυναικών διαφοροποιείται όσον αφορά την αρχιτεκτονική του σωφρονιστικού ιδρύματος, τον χαρακτήρα της ποινής, το ύφος των εγκλημάτων, τον σκοπό της αναμόρφωσης, τα προγράμματα που θα βοηθήσουν την επαναφορά της στην κοινωνία.
Οι γυναίκες εγκληματίες στις ΗΠΑ για παράδειγμα , κρατούνται σε ιδρύματα που κτίζονται με βάση το μοντέλο των αγροικιών. Το ίδρυμα που είναι κτισμένο έτσι ώστε να θυμίζει κατοικία, πιστεύεται πως ταιριάζει περισσότερο στην γυναικεία φύση. Οι γυναίκες είναι πολύ αδύναμες και ευάλωτες να επιχειρήσουν να δραπετεύσουν. Άλλωστε ακόμη και να το κατάφερναν, δεν θα αποτελούσαν απειλή για την κοινωνία, όπως θα αποτελούσε αντίστοιχα ο άνδρας δραπέτης. Εξαιτίας της ευαίσθητης φύσης τους οι γυναίκες έπρεπε να τυγχάνουν ιδιαίτερης μεταχείρισης.
Στα οικήματα αυτά ευνοούνταν η παρακολούθηση των προγραμμάτων που προετοίμαζαν τις γυναίκες για να είναι καλές σύζυγοι και μητέρες. Τα προγράμματα αφορούσαν την εκπαίδευση σε οικιακές εργασίες. Οι υπεύθυνοι των προγραμμάτων αυτών, θεωρούσαν πως η εκπαίδευση στην οικογενειακή ζωή είναι κεντρικής σημασίας για την αναμόρφωση των γυναικών κρατουμένων.
Ποινές και φύλο
Οι πρακτικές ελέγχου διαφέρουν από αυτές που χρησιμοποιούνται στους άνδρες κρατούμενους. Οι γυναίκες αντιμετωπίζονται σαν ανήλικοι που δεν έχουν πλήρη επίγνωση των λαθών τους (Rafter2:1983,170 ). Διαφοροποίηση στην κράτηση, στα ανδρικά και γυναικεία σωφρονιστικά ιδρύματα υπήρξε ο τρόπος επιβολής της πειθαρχίας. Όσον αφορά τις γυναίκες οι τεχνικές πειθαρχίας υπήρξαν ηπιότερες και θύμιζαν αυτές που χρησιμοποιούνταν τα αναμορφωτήρια ανηλίκων. Η αντιμετώπιση της ανυπακοής των γυναικών ήταν βασισμένη σε πειθαρχικές μεθόδους που ακολουθούνται σε παιδιά. Γενικότερα η συμπεριφορά απέναντι στην γυναίκα εγκληματία που την εξισώνει με έναν ανήλικο παραβάτη έχει τις ρίζες της βαθύτερα στον χρόνο. Στην θεώρηση που θέλει όλες τις γυναίκες να είναι ηθικά αδύναμες σε σχέση με τους άνδρες εξαιτίας της βιολογικής (σωματικής ) και πνευματικής κατωτερότητας τους (τα παιδιά είναι εξίσου αδύναμα και ανεύθυνα για τις πράξεις τους.
Ο ηθικός λόγος της εποχής μαζί με το γεγονός ότι οι γυναίκες είναι πιο επιρρεπείς στα ηθικά παραπτώματα από τους άνδρες, αναγνώριζε την ανάγκη ότι χρειάζονται περισσότερη προστασία και δικαιούνται μεγαλύτερη θεραπεία. Οι ποινές δεν ήταν αυστηρά προκαθορισμένες, και το διάστημα κράτησης οριζόταν με βάση το ρυθμό «αναγέννησης» της γυναίκας.
Σε αντίστοιχο ίδρυμα στο Παρίσι , οι γυναίκες που είχαν παρεκτραπεί οδηγούνταν εκεί από τον πατέρα ή τον σύζυγό τους. Οι ίδιες σε αυτές τις συνθήκες, τοποθετημένες εκεί από την οικογένεια τους άρα και χωρίς κάποια υποστήριξη, δεν μπορούσαν να ασκήσουν το δικαίωμα προσφυγής τους όταν καταδικάζονταν. Με αποτέλεσμα να φυλακίζονται με ακαθόριστες ποινές, περιμένοντας είτε την χάρη αποφυλάκισης σε αίτημα αποφυλάκισης ή την ευσπλαχνία των ανδρών συγγενών τους.(Bosworth:2000, 272). Οι διαφορές του χαρακτήρα των γυναικείων εγκλημάτων ως ηθικών παραπτωμάτων αποδεικνύει τον αντίκτυπο που έχουν οι κοινωνικές αντιλήψεις περί φύλου στην επιβολή των ποινών.
Επιβολή ποινής
Ένα ακόμη παράδειγμα τις διαφορετικής μεταχείρισης των δύο φύλων αποτελεί η διαφοροποίηση στην αντιμετώπιση του ίδιου εγκλήματος. Σε στατιστικά στοιχεία της εποχής, στις ΗΠΑ η μεγαλύτερη κατηγορία καταδικών και για τα δύο φύλα αποτελούσε η μέθη. Όμως το μεγαλύτερο ποσοστό των γυναικών που αντιμετώπιζαν την κατηγορία μέθης καταδικάζονταν σε σχέση με το αντίστοιχο των ανδρών.(Zedner: 1991). Γιατί όμως συνέβαινε αυτό; Σε μια κοινωνία που η γυναίκα ήταν σε άμεση εξάρτηση με την ηθική της διάσταση, η μέθη αποτελούσε παρέκκλιση από την πρέπουσα συμπεριφορά. Μια μεθυσμένη γυναίκα σε δημόσιο χώρο, σίγουρα θα προκαλούσε πιο εύκολα την προσοχή των αρχών.
Οι άνδρες που διέπρατταν λιγότερο σοβαρά αδικήματα υιοθετούσαν την συμπεριφορά που ήταν συνδεδεμένη με την βικτωριανή αντίληψη για την αρρενωπότητα. Τα στοιχεία του ελέγχου της ζωής του, το θάρρους, της φυσικής υπεροχής θεωρούνταν κατάλληλα για τους άνδρες. Η παράβαση του νόμου σε ορισμένου τύπου εγκλήματα, από τους άνδρες στην γενική αντίληψη δεν θεωρούνταν ως εκτροπή από τα στερεότυπα περί ανδρισμού. Όπως είδαμε οι γυναίκες εγκληματίες παραβίαζαν και τις αποδεκτές απόψεις της θηλυκότητας. Αρά δεν ήταν υπόλογοι μόνο έναντι του νόμου αλλά και της κοινωνίας ως σύνολο.
Οι αντιλήψεις και οι εξηγήσεις των εγκλημάτων είχαν ηθικές διαστάσεις και οι ποινές είχαν αναμορφωτικό χαρακτήρα.(Rafter: 1998 ). Στο πλαίσιο αυτής της αναμόρφωσης οι κρατούμενοι, άνδρες και γυναίκες δεν είχαν επαφή με τους συγκρατούμενους τους και απαγορευόταν οι μεταξύ τους συνομιλίες για να μην επηρεαστεί αρνητικά η προσπάθεια αναμόρφωσής τους. όταν αυτό το «σιωπηρό» σύστημα του αυτό-ελέγχου άρχισε να χάνει έδαφος στους άνδρες, θεωρήθηκε ότι πρέπει να συνεχιστεί στις γυναίκες. Οι γυναίκες ως ηθικά πιο ευάλωτες είναι πολύ δύσκολο να διατηρήσουν τον αυτό- έλεγχό τους. Οι τιμωρητικοί θεσμοί μέσω των ελεγκτικών μηχανισμών επεμβαίνουν για να τις προστατεύουν από αυτή τους την αδυναμία. Στην περίπτωση ιδρυμάτων αναμόρφωσης που εποπτεύονται από θρησκευτικούς θεσμούς, πρακτική που ακολουθήθηκε συχνά την βικτωριανή εποχή, ο έλεγχος ασκείται και δικαιολογείται μέσω της θρησκείας και της Θείας Δύναμης. Οι κρατούμενες επιτηρούνται από μοναχές αλλά υπάρχει και ένα άλλο μέσο επιτήρησης ακόμα πιο ισχυρό, «το μάτι του Θεού». (Bosworth:2000).Οι έγκλειστες οφείλουν να είναι σιωπηλές. Αν δεν είναι, ακόμη και να αποφύγουν το βλέμμα των μοναχών δεν θα αποφύγουν και το μάτι του Θεού. Έτσι ο έλεγχος της συμπεριφοράς των κρατουμένων ενισχύεται από την δύναμη των θρησκευτικών πεποιθήσεων που συνδέονται άμεσα με τις αυστηρές αντιλήψεις περί ηθικής.
Οι ιδέες περί φύλου είναι εμφανείς στους λόγους που χρησιμοποιούνται για να αιτιολογηθεί ο εγκλεισμός πολλών γυναικών, και οι τακτικές που ακολουθούνται κατά την διάρκεια της φυλάκισής τους. Στις συγκεκριμένες περιόδους ο έλεγχος και οι ποινές επιβλήθηκαν σε συγκεκριμένους τύπους γυναικών μέσω της φυλάκισης. Γυναίκες που «απέτυχαν» ως σύζυγοι, έγκυες και σεξουαλικά ενεργές νεαρές γυναίκες, πόρνες, τιμωρήθηκαν με τον εγκλεισμό τους σε αναμορφωτικά ιδρύματα. Δεδομένου του τύπου των γυναικών που φυλακίστηκαν, φαίνεται πως η φυλακή χρησιμοποιήθηκε για να ελέγξει το φύλο όσο σχετιζόταν με το έγκλημα. Οι φυλακές δεν λειτουργούν στο κενό αλλά αντανακλούν τις ευρύτερες φυλετικές διαφορές στην ευρύτερη κοινωνία(Rafter:1998: 416)
Η διαφορά γεννά την διαφορά
Στο κεφάλαιο αυτό θα γίνει μια προσπάθεια να διευρυνθούν τα πλαίσια στα οποία εντοπίζονται οι διαφορές. Το πλαίσιο των πατριαρχικών δομών με τις οποίες είναι οργανωμένες οι κοινωνίες συνεχίζουν να καθορίζουν την θέση της γυναίκας και επομένως τον κοινωνικό έλεγχο σε αυτή. Το σύστημα του κοινωνικού ελέγχου που κρατά σημαντικούς ρόλους στην καταπάτηση των δικαιωμάτων των γυναικών και ιδιαίτερα των έγχρωμων γυναικών.
Θα αναφερθούμε στην περίπτωση των φυλακών για τις μαύρες και λευκές γυναίκες που υπήρχαν στις ΗΠΑ κατά την εποχή που περιγράφτηκε πιο πάνω, και μετά θα δούμε πως η διαφοροποίηση με βάση την φυλή στους θεσμούς τιμωρητικών συστημάτων συνεχίζει να υπάρχει ακόμη σε μεγάλο βαθμό.
Η διάκριση των φυλακών μεταξύ μαύρων και λευκών γυναικών φωτίζει επιπλέον την επίδραση του φύλου και των προσληφθέντων νοήσεων γι αυτό. Στις μονάδες φυλάκισης οι μαύρες γυναίκες σε αριθμό υπερείχαν των λευκών. Αντίθετα στα γυναικεία αναμορφωτήρια ο πληθυσμός των κρατουμένων έτεινε να είναι λευκός. Αυτή η διαφορά εντοπίζεται στην αποστολή των αναμορφωτηρίων, δηλαδή την θεραπεία της αδυναμίας των γυναικών να επιτελέσουν το καθήκον τους να είναι πραγματικές γυναίκες. Στην περίπτωση των μαύρων γυναικών θεωρούσαν ότι δεν άξιζαν τις αναμορφωτικές προσπάθειες. Οι λευκές γυναίκες μετά την αναμόρφωση θα γίνονταν κυρίες κάτι που πολλοί θεωρούσαν απίθανο για τις μαύρες κρατούμενες.
Η τοποθέτηση των έγχρωμων γυναικών σε μονάδες φυλάκισης και όχι σε γυναικεία αναμορφωτήρια δεν αποτελεί χαρακτηριστικό της μεγαλύτερης ροπής των πρώτων στο έγκλημα παρόλο που κάτι τέτοιο μπορεί να ίσχυε(λόγω των συνθηκών ζωής τους –κοινωνικών οικονομικών) αλλά είναι αποτέλεσμα του τρόπου που οι δικαστικοί, οι κοινωνικοί και διοικητικοί υπάλληλοι τις τοποθετούσαν σε ένα πλαίσιο εκτός των αναμορφωτηρίων. Οι πεποιθήσεις περί φύλου διαμόρφωναν το πλαίσιο αυτό.
Γυναικεία χαρακτηριστικά αποτελούν η ευαισθησία, η εξάρτηση, η ομοιότητα με τα παιδιά. Ανδρικά χαρακτηριστικά είναι η δύναμη η ανεξαρτησία, η ενηλικίωση. Αυτό το σχήμα είχε και ρατσιστικό περιεχόμενο, εκτός του φυλετικού. Οι λευκές γυναίκες πιστεύεται πως είναι πιο απίθανο να βγούν εκτός ρόλου. (Rafter: 1998, 411)οι μαύρες γυναίκες εμφανίζονται πιο αρρενωπές εξαιτίας των πεποιθήσεων για αυτές και κρατούνται σε μονάδες φυλάκισης που ήταν ανδρικές σε χαρακτήρα. Οι ίδιες αντιλήψεις έχουν τα αντίθετα αποτελέσματα όσον αφορά τα αναμορφωτήρια των λευκών που θέτουν σαν σκοπό την επαναφορά των έκπτωτων γυναικών στην αληθινή γυναικεία φύση. Η αντίληψη αυτή για τις μαύρες γυναίκες δηλώνει τον ενεργό ρόλο που παίζουν τα συστήματα κοινωνικού ελέγχου στην διαιώνιση αυτών των στερεοτύπων μέσα στο ευρύτερο κοινωνικό σύστημα.
Στην σύγχρονη εποχή ο ρόλος της φυλής και της πολιτικής της ποινής έχει ιδιαίτερη σημασία στην κατανόηση της διαφοράς που εκφράζεται και εντός των τιμωρητικών συστημάτων. Με την προβολή εικόνων από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης όπου τα κορίτσια εμφανίζονται να συμπεριφέρονται σαν αγόρια, συμμετέχοντας σε συμμορίες, και παρουσιάζοντας μια γενικότερη παραβατική συμπεριφορά, καθιερώνεται η αντίληψη ότι τα κορίτσια θέλουν γίνουν σαν τα αγόρια. (Meda:2006,11).
Η θεωρία περί «ανδροποίησης» των γυναικών είναι δυνατό να έχει ως συνέπεια την παραδοχή, πως στην μελέτη των εγκλημάτων δεν θα υπάρχει η αναφορά και την συμβολή του φύλου. Οι γυναίκες που παρουσιάζουν ίδια συμπεριφορά με αυτή των ανδρών θα πρέπει να απελευθερώνονται από τα πλαίσια του φύλου. Όμως η «ανδρική» συμπεριφορά ορισμένων γυναικών φέρνει στην επιφάνεια, για μια φορά ακόμη το ζήτημα της καλής και της κακής θηλυκότητας. Και πάλι η διαφορά υφίσταται, βέβαια σε διαφορετικό πλαίσιο αλλά και πάλι με τα ίδια αποτελέσματα.
Το πρόβλημα παίρνει επιπλέον διαστάσεις όταν υπερισχύουν οι εικόνες που προβάλλουν κορίτσια χαμηλότερων οικονομικών και κοινωνικών τάξεων και διαφορετικής φυλής.(Meda:2006, 12). Το γεγονός ότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ελέγχονται από κυρίαρχες ηγεμονικές δυνάμεις και εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους σίγουρα παίζει ρόλο σε αυτή την προσπάθεια δαιμονοποίησης συγκεκριμένων κοινωνικών., φυλετικών και εθνοτικών ομάδων. Μέσα από τις εικόνες αυτές ισχυροποιούν τα πρότυπα που αποτελούν σταθερές για την άσκηση της εξουσίας τους.
Πλέον μετά από την εγκατάλειψη της αναμόρφωσης υπέρ της τιμωρίας, σαν στόχο της ποινής σε συνδυασμό με την ισότητα που διεκδικούν οι γυναίκες, υπάρχει μια άνιση μεταχείριση που πηγάζει από αυτή την ισότητα. Οι φυλακές των γυναικών μοιάζουν περισσότερο με αυτές των ανδρών. Είναι σχεδιασμένες με βάση τα ανδρικά πρότυπα, συνεχίζουν δηλαδή να φέρουν το χαρακτηριστικό της έμφυλης διάκρισης. Οι γυναίκες φορούν στολές, ακολουθούν αυστηρά προγράμματα σωματικής εκπαίδευσης. Δεν λαμβάνονται υπόψη οι διαφορές που έχουν οι γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες. Είναι επόμενο και φυσικό ένας χώρος που έχει σχεδιαστεί αποκλειστικά για άνδρες να δημιουργεί προβλήματα στις γυναίκες. Ακόμη ακολουθούνται οι ίδιες πρακτικές επιτήρησης και στα δύο φύλα.
Στην φυλάκιση των γυναικών, αγνοούνται τα ιδιαίτερα στοιχεία και καταστάσεις που πηγάζουν από το φύλο τους. Οι γυναίκες αντιμετωπίζουν ζητήματα που σχετίζονται με την εγκυμοσύνη , την μητρότητα, την υγεία εξαιτίας γυναικολογικών επιπλοκών. Όλα αυτά δυσχεραίνουν την θέση της και για μια ακόμη φορά την καθιστούν αντικείμενο διάκρισης. Το φύλο αποτελεί για αυτές ένα σημαντικό παράγοντα στην εμπειρία της φυλάκισης τους.
Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές πλέον τα σεξουαλικά πρότυπα δεν είναι οι καθοριστικοί παράγοντες στην διαδικασία νομιμοποίησης των πολιτικών των ποινών και των κοινωνικών ελέγχων. Οι αυστηρές πειθαρχικές μέθοδοι κερδίζουν έδαφος και νομιμοποιούνται από την θεωρία περί τυπικού εγκληματία(McCorkel: 2003,72). Η βασική μορφή για αυτό το μοντέλο πηγάζει από τον πολίτη εργάτη που χαρακτηρίζεται από την ανεξαρτησία από το κράτος, την υπευθυνότητα για την οικογένεια του, και την προώθηση του ατομικού συμφέροντος. Και πάλι όμως τα χαρακτηριστικά αυτού του μοντέλου είναι χαρακτηριστικά του ανδρικού προτύπου. Οι διαφορετικότητα των γυναικών δεν λαμβάνεται υπόψη ακόμη και σε αυτού του είδους την πολιτική. Οι πατριαρχικές δομές της κοινωνίας αντανακλώνται και στο ζήτημα του κοινωνικού ελέγχου. Ίσως είναι αρκετά δύσκολο να θέσουμε το ζήτημα του ποινικού συστήματος εκτός των δομών της κοινωνίας. Άλλωστε δημιουργείται από αυτή και υπάρχει να εξασφαλίζει την διατήρηση των δομών και λειτουργιών της, όπως άλλωστε όλοι οι θεσμοί.
Συμπέρασμα
Οι βικτωριανές αντιλήψεις , θέσεις και εξήγησης του γυναικείου μπορούν να αιτιολογηθούν μόνο μέσα στο πλαίσιο αναφοράς τους. Η διαπίστωση που προκύπτει είναι ότι οι απόψεις αυτές για τις γυναίκες εγκληματίες συνδέονται και σχετίζονται άμεσα με της επικρατούσες κοινωνικά απόψεις για την θηλυκότητα. Τα εγκλήματα που διαπράττονται από τις γυναίκες εγκληματίες, θεωρούνται την συγκεκριμένη εποχή ότι είναι αρκετά σοβαρότερα από αυτά των ανδρών, γατί έπλητταν την ηθική τάξη της κοινωνίας. Στο 19ο αιώνα οι γυναίκες υπήρξαν τα αδύναμα πλάσματα που χρήζουν ιδιαίτερης και διαφοροποιημένης θεραπείας που είναι κατάλληλη στο φύλο τους, και την εύθραυστη φύση τους. Το φύλο παρέμεινε διαφοροποιητικός παράγοντας της μεταχείρισης μεταξύ των γυναικών και των ανδρών κρατουμένων. Η ισότιμη μεταχείριση δεν στερείται όμως προβλημάτων που πηγάζουν από τις γνωστοποιημένες διαφορές των δύο φύλων. Σίγουρα υπάρχει ανάγκη για σχεδιασμό ποινικών συστημάτων που λαμβάνουν υπόψη τις διαφορετικές ανάγκες και των δύο φύλων.
Βιβλιογραφία
· Bosworth, M. 2000. Confirming Femininity: A History of Gender, Power and Imprisonment. Theoretical Crimonology,Vol. 4 (3),pp. 265-284.
· McCorkel, J.2003. Embodied Surveillance and the Gendering of Punishment. Joyrnal of contemporary ethnography, Vol.32.1, pp.41-76.
· Meda,C.l. 2006. Patriarchy, Crime and Justice: Feminist Criminology in an Era of Backlash. Feminist criminology, Vol. 1.1, pp.6-26.
· Rafter,N.H. 1998. Gender, Prisons, and Prison History. The sociology of pynishment: socio-structural perspectives/ edited by Melossi,D. Aldershot : Ashgate .
· Rafter,N.H. 1983. Prisons for Women, 1790-198O.Crime and Justice, Vol. 5 , pp. 129-181.(1)
· Zedner, L.1991. Women, Crime, and Penal Responses: A Historical Account. Crime and Justice, Vol. 14, pp. 307-362 .
* Παρουσίαση στο μάθημα Κοινωνιολογικές και Πολιτισμικές Προσεγγίσεις των Τιμωρητικών Συστημάτων του ΠΜΣ του τμήματος Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου