«Ζωντανή» δανειστική βιβλιοθήκη
Δανία: άνθρωποι θύματα προκαταλήψεων διηγούνται τις ιστορίες τους στο κοινό
Η Ρόζα Φέλτμαν δούλευε επί 11 χρόνια ως στριπτιζέζ στη Θεσσαλονίκη. Ο Μάμετ από το Ιράν έζησε ως παιδί σε ένα πλοίο μεταφοράς κοντέινερ. Ο Πέτερ Νιμ κάνει τακτικά περιπολίες ως αστυνομικός στην πιο σκληρή γειτονιά της Κοπεγχάγης. Και οι τρεις φορούν σήμερα μια μαύρη μπλούζα με την προτροπή «Δανείσου με».
Η Ρόζα, ο Μάμετ και ο Πέτερ είναι τρία από τα δεκάδες «ανθρώπινα βιβλία» που διαθέτει προς δανεισμό η Ζωντανή Βιβλιοθήκη της Κοπεγχάγης- μια πρωτοβουλία για την καταπολέμηση των προκαταλήψεων που έχει ήδη βρει μιμητές σε πολλές χώρες του εξωτερικού, από τις ΗΠΑ και τη Σλοβενία έως την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία…
[βλέπε τη συνέχεια, όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι το «ευπώλητο» ανθρώπινο βιβλίο ήταν η Ρόζα, η στριπτιζέζ, στο:
http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=2&artid=4534577
[ΤΑ ΝΕΑ Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2009]
Έπεσα τυχαία σ’ αυτό το δημοσίευμα κι άρχισα να το διαβάζω ανυποψίαστη, πιστεύοντας ότι πρόκειται για την παρουσίαση θεατρικού έργου. Και ενόσω είχα την αίσθηση ότι κάτι μου διέφευγε, κάτι που θα αποκαλυπτόταν στο τέλος, μια επιφύλαξη έστω, έβλεπα να αναπαράγεται ατόφια η ευκολία με την οποία μιλάμε για τη λύση προβλημάτων παρακάμπτοντας τα ίδια τα προβλήματα. Στην προκείμενη περίπτωση μάλιστα, ανακάλεσα αβίαστα στη μνήμη μου τις παρακάτω φράσεις του Goffman:
«Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτοί που ζουν στο περιβάλλον των κοινωνικών επιστημών βρέθηκαν τόσο γρήγορα να χρησιμοποιούν με άνεση τον όρο “παρεκκλίνων”, ως εάν εκείνοι στους οποίους παραπέμπει ο όρος έχουν αρκετά κοινά ώστε να μπορούν να ειπωθούν σημαντικά πράγματα γι’ αυτούς ως σύνολο. Όπως ακριβώς υπάρχουν ιατρογενείς διαταραχές, αποτέλεσμα της δουλειάς που κάνουν οι γιατροί (πράγμα που τους δίνει στη συνέχεια ακόμα περισσότερη δουλειά), έτσι υπάρχουν και κατηγορίες ανθρώπων που δημιουργούνται από τους μελετητές της κοινωνίας και έπειτα μελετώνται από αυτούς» (Goffman E., Το Στίγμα, 1963/ 2001: 252)
Ο Goffman αναφέρεται στην επιστημονική κατασκευή του Άλλου ως σημαίνουσα διαδικασία δημιουργίας των κοινωνικών στερεοτύπων· εκείνων των προκατασκευασμένων εικόνων, οι οποίες διαμορφώνονται έξω από την προσωπική μας εμπειρία, καθιστούν ωστόσο –και μάλιστα με ιδιαίτερα ανελαστικό τρόπο- την Ρόζα τη στριπτιζέζ αντικείμενο ρατσισμού.
Υπάρχει, πράγματι, ένας αριθμός ερευνών που δείχνουν ότι ο «Άλλος», έστω κι αν δεν φοράει ακριβώς την μπλούζα με την προτροπή «Δανείσου με», απέναντι στον εξ ημών συνομιλητή του μιλάει για τη ζωή του μεταφέροντας ατόφια τα στερεότυπα που παράγει ο επιστημονικός ή/και ο θεσμικός λόγος και τα οποία ανταποκρίνονται σ’ αυτό που ο εξ ημών περιμένει να ακούσει. Για να συνεννοηθούν. Για να συναινέσει ο εξ ημών να αποδεχθεί το ενδεχόμενο ότι ο Άλλος δεν είναι Άλλος. Να δεχτεί και να αποδεχτεί το υλικό της ανθρώπινης ζωής που θα ενεργοποιήσει αντανακλαστικά κανονιστικής ακύρωσης της ετερότητας. Που θα ανακατασκευάσει την ταυτότητα του Άλλου, εντάσσοντας την σε ένα κυρίαρχο πλαίσιο εννοιών, ερμηνειών, επαναπροσδιορισμού των αναμενόμενων συμπεριφορών.
Υπάρχει κι ένα αξίωμα που αφορά τις διαδικασίες του πιο σκληρού από τα συστήματα κοινωνικού ελέγχου, του ποινικού συστήματος. Σύμφωνα μ' αυτό το αξίωμα δεν είναι ο κατηγορούμενος εκείνος που πρέπει να αποδείξει την αθωότητά του αλλά είναι ο δικαστής αυτός που θα πρέπει να αποδείξει την ενοχή του. Άγνωστο στο κοινό αυτό το αξίωμα, καθώς ο Λόγος των κειμένων της ποινικής διαδικασίας εισηγείται ακριβώς το αντίστροφο και έτσι είναι το αστίστροφο αυτό που διαχέεται στο δημόσιο λόγο ως αυτονόητη διαδικασία που παράγει τη θεσμική αλήθεια.
Τηρουμένων των αναλογιών, αυτό ακριβώς το ανεστραμμένο μοντέλο αναπαράγει και ο εν λόγω χειρισμός των οριζόμενων ως παρεκκλινόντων, ακόμα [αν όχι κυρίως] και όταν ορίζονται ως θύματα προκαταλήψεων που θα πρέπει να εξηγήσουν γιατί δεν τους αξίζει αυτή η τύχη. Κι έτσι, φορώντας το μπλουζάκι τους, εκτίθενται στη δημόσια θέα όπως ο κατηγορούμενος στο υπερυψωμένο εδώλιο της αίθουσας του δικαστηρίου, και απευθύνονται στους κριτές τους υπερασπίζοντας την "αθωότητά" τους. Οικειοθελώς αυτή τη φορά. Έχοντας ήδη πρωτογενώς εσωτερικεύσει την εικόνα που έχουν για αυτούς τα ακροατήρια στα οποία απεύθύνονται -αλλιώτικα προς τι η διαθεσιμότητα να κάνουν τη ζωή τους ανάγνωσμα; Χαρακτηρίζοντες και χαρακτηριζόμενοι σε μια αναπαράσταση της αδύνατης επικοινωνίας που μοιραία θα διαιωνίζεται εκτός της σκηνής στην οποία επιτελείται δραματουργικά η "συμφιλίωση".
Αλλά στην κοινωνία του θεάματος ζούμε, σ' αυτό πλαίσιο καλπάζει η φαντασία και παράγει θεάματα επίλυσης διενέξεων όπου οι ρόλοι είναι δοσμένοι: στο υπερυψωμένο εδώλιο/σκηνή οι ηθοποιοί κι απέναντι τους οι θεατές. Θα μπορούσαν ποτέ να αντιστραφούν οι ρόλοι και το μπλουζάκι να το φοράνε οι χαρακτηρίζοντες; Μα αυτή θα ήταν μια ολότελα γελοία ιδέα! Τι κακό έχουν κάνει οι χαρακτηρίζοντες για να προσφέρουν τη βιογραφία τους προς κατανάλωση;
Λέει κάπου ο Henry Stuart:
«Το μέλλον με απασχολεί με βασανιστικά ερωτήματα του παρελθόντος. Δεν έχω τις απαντήσεις, Τα ερωτήματα είναι απλά. Γιατί οι άνθρωποι δημιουργούν διαφορές και κατόπιν αξιολογούν τους άλλους ως καλούς και κακούς;… Το θεμελιώδες ζήτημα είναι η προβληματική φύση της κοινωνικής κατασκευής, αξιολόγησης και επένδυσης στη διαφορά. Η διαμόρφωση διαφορών και η αξιολόγηση κατηγοριών ως καλές ή κακές είναι το πρόβλημα. Η λύση δεν είναι εύκολη διότι, ως ακαδημαϊκοί, εμπλεκόμαστε στη παραγωγή και αξιολόγηση της διαφοράς. Η λύση είναι δύσκολη διότι η σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία, η διανοητική ικανότητα και η επιστημονική πρόοδος βασίζονται στην παραγωγή και διατήρηση διαφορών, ως εάν αυτές οι κατασκευές να ήσαν αληθινές. Δεν είναι αληθινές. Αλλά το ότι επενδύουμε στην πραγματικότητά τους αποτελεί το πρόβλημα και τη λύση. Τι μπορεί να γίνει για να ξεπεραστεί αυτό το θεμελιώδες πρόβλημα;» (Henry, Stuart στο Henry, Stuart, Gregg Barak, & Dragan Milovanovic, 1997, "Three by Three", Critical Criminologist, 7 (2-3)
Τι πρέπει, λοιπόν, να περιλαμβάνει το «ανθρώπινο βιβλίο» σ’ ένα περιβάλλον όπου τα λεξιλόγια των κινήτρων, των ταυτοτήτων και της ανθρώπινης δράσης θα πρέπει να παρακάμψουν τις προηγηθείσες διαδικασίες κατασκευής της ετερότητας, την ίδια στιγμή που το πείραμα των ανθρώπινων βιβλίων ομνύει ακριβώς σ’ αυτές; Και πόσο απέχει η αποδοχή του Άλλου ως μη-Άλλου από την μετατροπή του σε άκακο παλιάτσο;
Υ.Γ. Η δημοσίευση έγινε δυο μήνες πριν. Προσωπικά δεν έτυχε να ξαναδώ ή να ακούσω να γίνεται αναφορά στο θέμα αυτό. Η μέχρι τώρα εμπειρία ωστόσο δεν παρέχει καμιά εγγύηση ότι το συγκεκριμένο reality show δεν θα προκύψει κάποια στιγμή ως ρηξικέλευθη ιδέα κάποιου κρατικού ή άλλου φορέα, κάποιου επαγγελματία της επίλυσης κοινωνικών διενέξεων... Έτσι κι αλλιώς, οι ιδέες της παρέμβασης στο πεδίο όπου συναντώνται πρόσωπα και όχι δομές ήταν και θα είναι δημοφιλείς!
Όταν διάβασα κάτι παρόμοιο που παρουσιαζόταν ως νέας μορφής μεθοδολογία της Πολιτισμικής Εγκληματολογίας, σε άρθρο της Maggie O'Neill [Crime, Culture and Visual Methodologies: Ethno-mimesis as Performative Praxis, στο: Cultural Criminology Unleash, p. 219-230 (υπάρχει στο google.books)], δεν μου φάνηκε τόσο κακή ιδέα και δεν μου πέρασε καν από το μυαλό ο προβληματισμός που διατυπώνεις στην ανάρτησή σου.
ΑπάντησηΔιαγραφή