Ο υπερπληθυσμός των φυλακών είναι ένα πρόβλημα το
οποίο επανέρχεται συνεχώς στο δημόσιο λόγο, κυρίαρχος όμως παραμένει ο ορισμός
του ως προβλήματος ασφάλειας, τουτέστιν παρεμπόδισης της αποτελεσματικής
φύλαξης των κρατουμένων –δεν θα μπω καν στον κόπο ν’ αναφερθώ σε όρους όπως
αναμόρφωση ή κοινωνική επανένταξη, καθώς η ίδια η δομή του τιμωρητικού
εγκλεισμού αναδεικνύει πολύ πιο εύγλωττα από οποιονδήποτε νομιμοποιητικό λόγο
ποιος είναι ο οργανωτικός στόχος της φυλακής.
Ταυτόχρονα, όμως, ο υπερπληθυσμός των φυλακών ενδύεται
και σημασίες οι οποίες τον ανάγουν στην απάντηση ενός «μείζονος κοινωνικού προβλήματος»,
καθώς κυρίαρχος επίσης είναι ο λόγος περί εκρηκτικής αύξησης της
εγκληματικότητας, συντελώντας στην αναπαράσταση ενός κράτους που είναι
αποτελεσματικό και αμείλικτο απέναντι στην εγκληματικότητα.
Αυτές τις μέρες μπήκε σε δημόσια διαβούλευση η
εφαρμογή του μέτρου της ηλεκτρονικής ποδοπέδης, τουτέστιν του καθεστώτος
ηλεκτρονικής επιτήρησης καταδίκων που
βγαίνουν απ’ τη φυλακή έχοντας εκτίσει μέρος της ποινής τους ή ως περιοριστικός
όρος στην περίπτωση αδειούχων καταδίκων ή υποδίκων.
Ο νομοθέτης είναι σαφής: μεταξύ άλλων, αναφέρεται ρητά τόσο το ζήτημα της αποσυμφόρησης
των φυλακών όσο και ο «περιορισμός του αισθήματος του φόβου και της ανασφάλειας
στην κοινωνία». Δηλαδή ένα τεχνικό/διαχειριστικό ζήτημα αλλά και ένα ιδεολόγημα
που ανάγει τον «φόβο του εγκλήματος» σε νομιμοποιητικό λόγο
ενός ολόκληρου πλέγματος ποινικών πρακτικών που, συνολικά νοούμενο, δεν αφορά
μόνον τους κρατούμενους αλλά ολόκληρο το κοινωνικό σώμα, το οποίο σταδιακά
καθίσταται όλο και περισσότερο «διαφανές», όλο και πιο αποτελεσματικά επιτηρούμενο με όρους
«αυτονόητης αναγκαιότητας».
Και
εκεί, ανάμεσα στο πρόβλημα του υπερπληθυσμού των φυλακών και τον περιορισμό του αισθήματος
του φόβου και της ανασφάλειας, το σώμα του κρατούμενου παραμένει στόχος και
μέσο για την άσκηση πολιτικών, για την παραγωγή Λόγων που υπερβαίνουν κατά πολύ το δίπολο έγκλημα/τιμωρία καλύπτοντας ένα
ολόκληρο φάσμα κανόνων κοινωνικής πειθαρχίας.
Το περίφημο «βραχιολάκι» -σαν ένα μεγάλο ρολόι
ασφαλισμένο στο αστράγαλο του επιτηρούμενου- εμφανίζεται ως εκσυγχρονιστικό
μέτρο και ευεργέτημα για τον κρατούμενο και ακούγεται ως υπερβολή η υπόθεση ότι
είναι το υλικό σημάδι που αφήνει η τιμωρητική εξουσία επάνω σ’ αυτόν που του
παραχωρεί ελευθερία υπό προϋποθέσεις, για να θυμάται και να θυμίζει στους
υπόλοιπους ότι η ελευθερία είναι παραχώρηση υπό προϋποθέσεις ακόμα κι όταν
νοείται ως δικαίωμα.
Στο πλαίσιο αυτού του σύντομου σημειώματος, δεν θα
σταθώ στα προβλήματα, τις αντιφάσεις, τις διακρίσεις και τις αυθαιρεσίες που θα
συνοδέψουν την εφαρμογή του μέτρου –και γι’ αυτό μπορούμε να είμαστε βέβαιοι,
αρκεί να σκεφτούμε ότι η δικαιοσύνη απονέμεται δια των υποκειμένων της τα οποία
ερμηνεύουν τους νόμους, άρα ο νόμος δεν είναι μηχάνημα στο οποίο ρίχνεις κέρμα
και βγάζει απόφαση όπως, μεταξύ πολλών παραδειγμάτων, αναδεικνύει και το πλήθος
των αποφάσεων για προσωρινή κράτηση όσο κι αν αλλάζουν τα σχετικά νομοθετήματα.
Διότι είναι ίσως ακριβώς στο επίπεδο της παραγωγής νοημάτων το κρίσιμο σημείο
στο οποίο θα πρέπει ν’ αναζητήσουμε και τους λόγους για τους οποίους η
αποσυμφόρηση των φυλακών δεν επιχειρείται με μια γενναία νομοθετική ρύθμιση
αποποινικοποίησης ή με ρυθμίσεις που να βάζουν αποτελεσματικά φραγμούς στην
τάση για μαζικές αποφάσεις προσωρινής κράτησης, περιορίζοντας έτσι δραστικά τον
ποινικό πληθυσμό.
[στην εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ της 10/3/2013]
[στην εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ της 10/3/2013]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου