ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΘΗΛΩΣΗ ΣΤΑ ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΑ ΣΤΙΣ ΜΗΧΑΝΙΚΕΣ ΚΑΘΗΛΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ
Κείμενο φοιτητριών/φοιτητών και αποφοίτων Ψυχολογίας, μελών της Πρωτοβουλίας 'Ψ'. Αναπτύσσουν σ' αυτό τους προβληματισμούς που έχουν για το γνωστικό τους αντικείμενο, για το ρόλο των ειδικών, για τα τεκταινόμενα στο χώρο της Ψυχικής Υγείας κ.α.
Είμαστε εμείς που νευριάζαμε με τους καθηγητές μας που μας δίδαξαν πώς να μετράμε το άγχος και τη θλίψη, είμαστε εμείς που περιμέναμε να μάθουμε πώς να ακούμε τον άλλον και όχι πώς να νιώθουμε ανώτεροί του, είμαστε εμείς που ψάχναμε στα εγχειρίδια πολιτικούς και κοινωνικούς λόγους των δυσκολιών των ανθρώπων, είμαστε εμείς που δεν είμαστε όσο «υγιείς» μας θέλει το τμήμα μας. Τελικά καταλάβαμε πως πολύ καλά κάναμε και θυμώναμε γιατί δεν πρόκειται για κάτι αμερόληπτo αλλά για μία στρατευμένη ιδεολογία που μας διδάσκεται. Γράψαμε ένα κείμενο ενάντια στο λόγο της επιστήμης της ψυχολογίας και της ψυχιατρικής που τόσο μέσα όσο και έξω από το τμήμα μας θεωρείται δεδομένος και αδιαμφισβήτητος, για να μοιραστούμε σκέψεις και γνώσεις που παραγκωνίζονται στον ακαδημαϊκό χώρο.
Παίρνοντας το από την αρχή, η εδραίωση του κάθε επιστημονικού λόγου ως δόγμα είναι από τα βασικά γνωρίσματα των επιστημών που γεννήθηκαν τον 18ο/19ο αιώνα. Η άνθηση της ψυχιατρικής προκύπτει σε ένα πλαίσιο ανάδυσης νέων επιστημονικών θεωριών που διαχωρίζουν το νου από το σώμα, εδραιώνουν τον ορθό λόγο και θεσπίζουν τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ κανονικού και μη κανονικού. Σ’ αυτό το πλαίσιο θεσμοθετούνται τα άσυλα, τα ιδρύματα εγκλεισμού και απομάκρυνσης από το κοινωνικό σώμα. Πρόκειται λοιπόν για ένα είδος ασυλικών φυλακών. Η ψυχολογία, θέλοντας να εδραιώσει τον εαυτό της ως επιστήμη, μοιάζει να είναι θεμελιωμένη στην προσπάθεια καθιέρωσης της «ψυχικής υγείας» ως έννοιας αντίθετης στην «ψυχική αρρώστια», της «λογικής» αντίθετης στην «τρέλα». Αν ανατρέξουμε στους αιώνες διαμόρφωσης αυτών των δίπολων, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την άμεση σύνδεσή τους με την άνοδο του καπιταλισμού, με την ανάγκη για παραγωγικό εργατικό δυναμικό και με το σωφρονισμό ή την παραγκώνιση των μη παραγωγικών. Αυτή είναι η αφετηρία των δύο αυτών επιστημών που μέχρι και σήμερα αποσκοπούν όχι στη θεραπεία αλλά στην αποκατάσταση και τη διατήρηση της κοινωνικής τάξης.
Πρακτικές που ίσως για κάποιους φαντάζουν απαρχαιωμένες και ξεπερασμένες, αποτελούν ακόμα πυλώνες των σημερινών «θεραπευτικών» πλαισίων. Συγκεκριμένα, η χημική καταστολή, μέσω τεράστιας δοσολογίας ψυχοφαρμάκων – που σε πολλές περιπτώσεις ο ίδιος ο λήπτης/η ίδια η λήπτρια καλείται να μην έχει καν γνώση αυτών, είναι μονόδρομος και έχει αναχθεί σε βασική και αναμφισβήτητη «θεραπευτική» πρακτική .Δεσίματα, υπό τον ψυχρό και αποπροσανατολιστικό όρο του «προστατευτικού κλινοστατισμού, , ηλεκτροσπασμοθεραπείες (ECT), στοιβάγματα σε διαδρόμους ή μικρά άσπρα δωμάτια, και τιμωρητικές απομονώσεις σε κλειστούς, σκοτεινούς χώρους είναι μερικά από τα βασικά γνωρίσματα της σημερινής πρακτικής. Εμείς αναρωτιόμαστε: Οι πρακτικές αυτές αποτελούν εν τέλει τρόπους θεραπείας ή μήπως αντανακλούν περισσότερο τιμωρητικούς χειρισμούς και προσπάθειες αποκλεισμού των μη λειτουργικών, των όσων «δεν χωράνε» στα καλούπια που διαπλάθει η κυρίαρχη τάξη;
Πρέπει να καταλάβουμε πως ακόμα και αν δεν βρεθούμε να εργαζόμαστε σε ένα ψυχιατρείο, οι πρακτικές αυτές που διαπνέουν όλη την κουλτούρα του συστήματος ψυχικής υγείας, εντός του οποίου και εμείς κάποτε θα κληθούμε να δουλέψουμε, μας αφορούν άμεσα. Μας αφορούν γιατί αποτελούν τραυματικά βιώματα των ατόμων που -ίσως- προσπαθήσουμε από κάποια θέση να βοηθήσουμε. Μας αφορούν γιατί είναι πάγια πρακτική του συστήματος ψυχικής υγείας, από το οποίο, όποια εργασιακή θέση και αν πάρουμε, δεν θα μπορέσουμε να λειτουργήσουμε εκτός των θεσμών του. Μας αφορούν γιατί , ό,τι θέση και αν πάρουμε, αν παραμείνουμε από την πλευρά των ανώτερων «ειδικών» που ξέρουν και υποδεικνύουν την παρέκκλιση, συναινούμε στην συντήρηση της κουλτούρας που εν τέλει ασκεί βία, τραυματίζει, περιχαρακώνει ανθρώπινα βιώματα και άτομα.
Οι πρακτικές αυτές δεν προκύπτουν εν κενώ αλλά τις στηρίζει άμεσα η ακαδημαϊκή γνώση στην οποία εκπαιδευόμαστε. Μια γνώση που δομείται στον ορισμό του άλλου ως σύνολο συμπτωμάτων, ως παράδειγμα μιας διαγνωστικής κατηγορίας, ως μη «κανονικό» , ως αντικείμενο επιστημονικής μελέτης, ως κάποιο του οποίου ο πόνος και η μη λειτουργικότητα πρέπει να κατασταλεί. Δεν θα μπορούσαν άλλωστε να εφαρμόζονται χωρίς την επιστημονική τεκμηρίωση τους, που ανέκαθεν προσφέρουν οι επιστήμες της ψυχολογίας και της ψυχιατρικής, οι οποίες πλάι-πλάι διαγιγνώσκουν, ελέγχουν, καταστέλλουν. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που στα αμφιθέατρά μας υπάρχει μια τάση να δίνεται έμφαση στις βιοχημικές διεργασίες του εγκεφάλου και στον τρόπο που επηρεάζουν και ρυθμίζουν τη συμπεριφορά, βιολογικοποιώντας έτσι τον ψυχικό πόνο και αγνοώντας τα κοινωνικά και πολιτικά αίτια της ψυχικής δυσφορίας. Η έμφαση στα βιολογικά αίτια και η ταυτόχρονη συνεχής αύξηση των ταξινομημένων διαταραχών στο DSM με βάση το οποίο κάποιος/κάποια κατηγοριοποιείται ως ''ψυχικά ασθενής'', είναι η τέλεια συνθήκη για να αυξήσουν οι ψυχίατροι τη χορήγηση φαρμάκων και κατ’ επέκταση να αυξηθούν τα κέρδη των φαρμακοβιομηχανιών.
Παράλληλα, εμείς ως «μελλοντικοί ψυχολόγοι» καλούμαστε να μην προσπαθήσουμε να μειώσουμε την απόσταση με ένα άτομο που δυσφορεί, αλλά να τη μεγενθύνουμε , όντας σε μια θέση ανώτερη, αυτής του/της «γνώστηψυχολόγου» και εν τέλει εξουσιαστή στις αποφάσεις για τη ζωή του άλλου. Μαθαίνουμε να προσπαθούμε να διαβάσουμε τον άλλον με τρόπο που θα εξυπηρετήσει την απόδοση μιας διαγνωστικής ταυτότητας, καθιστώντας εμάς ως κανονικότερους, ακυρώνοντας έτσι την προσωπική την ιστορία του άλλου και κατ’ επέκταση τον ίδιο ως ανθρώπινη ολότητα. Από την αρχή των σπουδών μας εκτιθόμαστε σε μαθήματα που αναπαράγουν μια συγκεκριμένη αντιμετώπιση του ανθρώπου, μια αντιμετώπιση μονοδιάστατη ως βιολογικό ον, παραμελώντας τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες εντός των οποίων ζούμε. Παρατηρούμε πως αυτή η απόκρυψη των κοινωνικών αιτίων αμελεί τελικά σημαντικά ζητήματα όπως η ταξική ανισότητα , η ανεργία, η έλλειψη κοινωνικών δεσμών ως άμεσο απότοκο του σύγχρονου, ατομικιστικού τρόπου ζωής. Πρόκειται για μια ωμή βιολογικοποίηση του ψυχικού πόνου αποκρύπτοντας τις δυναμικές των κοινωνικών αιτίων και αποπροσανατολίζοντας μας , εν τέλει, από μια προσπάθεια κοινωνικής αλλαγής.
Κι εμείς, από την άλλη, μιας και επιλέξαμε να εισαχθούμε σε αυτή τη σχολή, πρέπει να παραμερίσουμε «άσχετα» κοινωνικά γεγονότα, θεσμικές αποφάσεις, νομοσχέδια, εργασιακές συνθήκες – ως λιγότερο συνδεδεμένα με την μελέτη της βαθύτερης αιτίας του πόνου που προσπαθούμε να εντοπίσουμε- ,και να αφοσιωθούμε στο «επιστημονικό μας έργο» και στον «ακαδημαϊκό μας ρόλο». Το πτυχίο ψυχολογίας είναι μόλις ένας μικρός σταθμός στο μακρύ μονοπάτι επίτευξης αυτής της ανώτερης θέσης κύρους και γνώσης. Πρέπει να χτίσουμε , ένα γεμάτο και ευπαρουσίαστο βιογραφικό πηγαίνοντας σε ακριβοπληρωμένα συνέδρια και να παρακολουθούμε σεμινάρια για τη «Διαχείριση εργασιακού άγχους (burnout)ή/και θυμού» , για την «φαρμακευτική αντιμετώπιση της ΔΕΠΥ», για την «Κατανόηση της Προσωπικότητας του ψυχασθενή εγκληματία» και για άλλα τέτοια «ιδεολογικά αποχρωματισμένα» θέματα, να απομονωθούμε σε περιόδους εξεταστικής για να πετύχουμε βαθμούς ικανούς να μας δώσουν ένα προβάδισμα σε αυτά, και φυσικά να γεμίσουμε εμπειρίες απλήρωτων εθελοντισμών προωθώντας μια δήθεν απολιτίκ εμπορευματική αλληλεγγύη. Και όλα αυτά για να δουλέψουμε σε ένα περιβάλλον εργασιακής επισφάλειας και εκμετάλλευσης.
Δυστυχώς, συνειδητοποιούμε πως όσο εμείς απομονωνόμαστε και μαζεύουμε βεβαιώσεις εθελοντισμών και
παρακολούθησης συνεδρίων, οι ρόλοι και τα όρια της «αυριανής» μας πραγματικότητας πλάθονται. Πέρα όμως από μια από τα πάνω επιβολή ,αναγνωρίζουμε ότι είναι και δική μας επιλογή το αν θα υπηρετήσουμε αυτούς τους ρόλους, το αν θα επενδύσουμε στον ατομικό δρόμο της καριέρας ή αν θα αγωνιστούμε από κοινού για την πρακτική αμφισβήτηση των ρόλων, των βάναυσων συνθηκών, των ''πρέπει'' των ταξινομητικών κριτηρίων και των κατηγοριών. Η πραγματικότητα της ψυχιατρικής και ψυχολογικής πρακτικής μας αφορά. Οι εργασιακές διεκδικήσεις μας αφορούν. Ο υποτιθέμενος απολιτίκ χαρακτήρας της ορθολογικοποιημένης επιστημονικής γνώσης μάς αφορά. Η σύνδεση φαρμακοβιομηχανίας, επιστημονικών συνεδρίων, Συλλόγων Ψυχολογίας, Μ.Κ.Ο. , χρηματοδοτημένων πανεπιστημιακών ερευνών μας αφορούν. Τα τραυματικά βιώματα και οι εμπειρίες αποσιώπησης ανθρώπων εντός δομών ψυχικής υγείας μας αφορούν.
Υλικό που θα θέλαμε να μοιραστούμε: Βιβλία : «Ιστορία της Τρέλας», «Βιομηχανία της Τρέλας», «Άσυλα»,
«Εναλλακτική Ψυχιατρική», «Λέρος», «Ψυχική Υγεία και Κοινωνική Παρέμβαση» , “Οι θεσμοί της βίας και άλλα κείμενα », «Ζώντας με φωνές», Ντοκιμαντέρ : «Ο λόγος των τρελών», «Ο άνθρωπος που ενόχλησε το σύμπαν»
Φοιτήτ(ρι)ες και απόφοιτοι/ες Ψυχολογίας
Μέλη της «Πρωτοβουλίας για ένα Πολύμορφο Κίνημα στη Ψυχική Υγεία»
Παίρνοντας το από την αρχή, η εδραίωση του κάθε επιστημονικού λόγου ως δόγμα είναι από τα βασικά γνωρίσματα των επιστημών που γεννήθηκαν τον 18ο/19ο αιώνα. Η άνθηση της ψυχιατρικής προκύπτει σε ένα πλαίσιο ανάδυσης νέων επιστημονικών θεωριών που διαχωρίζουν το νου από το σώμα, εδραιώνουν τον ορθό λόγο και θεσπίζουν τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ κανονικού και μη κανονικού. Σ’ αυτό το πλαίσιο θεσμοθετούνται τα άσυλα, τα ιδρύματα εγκλεισμού και απομάκρυνσης από το κοινωνικό σώμα. Πρόκειται λοιπόν για ένα είδος ασυλικών φυλακών. Η ψυχολογία, θέλοντας να εδραιώσει τον εαυτό της ως επιστήμη, μοιάζει να είναι θεμελιωμένη στην προσπάθεια καθιέρωσης της «ψυχικής υγείας» ως έννοιας αντίθετης στην «ψυχική αρρώστια», της «λογικής» αντίθετης στην «τρέλα». Αν ανατρέξουμε στους αιώνες διαμόρφωσης αυτών των δίπολων, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την άμεση σύνδεσή τους με την άνοδο του καπιταλισμού, με την ανάγκη για παραγωγικό εργατικό δυναμικό και με το σωφρονισμό ή την παραγκώνιση των μη παραγωγικών. Αυτή είναι η αφετηρία των δύο αυτών επιστημών που μέχρι και σήμερα αποσκοπούν όχι στη θεραπεία αλλά στην αποκατάσταση και τη διατήρηση της κοινωνικής τάξης.
Πρακτικές που ίσως για κάποιους φαντάζουν απαρχαιωμένες και ξεπερασμένες, αποτελούν ακόμα πυλώνες των σημερινών «θεραπευτικών» πλαισίων. Συγκεκριμένα, η χημική καταστολή, μέσω τεράστιας δοσολογίας ψυχοφαρμάκων – που σε πολλές περιπτώσεις ο ίδιος ο λήπτης/η ίδια η λήπτρια καλείται να μην έχει καν γνώση αυτών, είναι μονόδρομος και έχει αναχθεί σε βασική και αναμφισβήτητη «θεραπευτική» πρακτική .Δεσίματα, υπό τον ψυχρό και αποπροσανατολιστικό όρο του «προστατευτικού κλινοστατισμού, , ηλεκτροσπασμοθεραπείες (ECT), στοιβάγματα σε διαδρόμους ή μικρά άσπρα δωμάτια, και τιμωρητικές απομονώσεις σε κλειστούς, σκοτεινούς χώρους είναι μερικά από τα βασικά γνωρίσματα της σημερινής πρακτικής. Εμείς αναρωτιόμαστε: Οι πρακτικές αυτές αποτελούν εν τέλει τρόπους θεραπείας ή μήπως αντανακλούν περισσότερο τιμωρητικούς χειρισμούς και προσπάθειες αποκλεισμού των μη λειτουργικών, των όσων «δεν χωράνε» στα καλούπια που διαπλάθει η κυρίαρχη τάξη;
Πρέπει να καταλάβουμε πως ακόμα και αν δεν βρεθούμε να εργαζόμαστε σε ένα ψυχιατρείο, οι πρακτικές αυτές που διαπνέουν όλη την κουλτούρα του συστήματος ψυχικής υγείας, εντός του οποίου και εμείς κάποτε θα κληθούμε να δουλέψουμε, μας αφορούν άμεσα. Μας αφορούν γιατί αποτελούν τραυματικά βιώματα των ατόμων που -ίσως- προσπαθήσουμε από κάποια θέση να βοηθήσουμε. Μας αφορούν γιατί είναι πάγια πρακτική του συστήματος ψυχικής υγείας, από το οποίο, όποια εργασιακή θέση και αν πάρουμε, δεν θα μπορέσουμε να λειτουργήσουμε εκτός των θεσμών του. Μας αφορούν γιατί , ό,τι θέση και αν πάρουμε, αν παραμείνουμε από την πλευρά των ανώτερων «ειδικών» που ξέρουν και υποδεικνύουν την παρέκκλιση, συναινούμε στην συντήρηση της κουλτούρας που εν τέλει ασκεί βία, τραυματίζει, περιχαρακώνει ανθρώπινα βιώματα και άτομα.
Οι πρακτικές αυτές δεν προκύπτουν εν κενώ αλλά τις στηρίζει άμεσα η ακαδημαϊκή γνώση στην οποία εκπαιδευόμαστε. Μια γνώση που δομείται στον ορισμό του άλλου ως σύνολο συμπτωμάτων, ως παράδειγμα μιας διαγνωστικής κατηγορίας, ως μη «κανονικό» , ως αντικείμενο επιστημονικής μελέτης, ως κάποιο του οποίου ο πόνος και η μη λειτουργικότητα πρέπει να κατασταλεί. Δεν θα μπορούσαν άλλωστε να εφαρμόζονται χωρίς την επιστημονική τεκμηρίωση τους, που ανέκαθεν προσφέρουν οι επιστήμες της ψυχολογίας και της ψυχιατρικής, οι οποίες πλάι-πλάι διαγιγνώσκουν, ελέγχουν, καταστέλλουν. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που στα αμφιθέατρά μας υπάρχει μια τάση να δίνεται έμφαση στις βιοχημικές διεργασίες του εγκεφάλου και στον τρόπο που επηρεάζουν και ρυθμίζουν τη συμπεριφορά, βιολογικοποιώντας έτσι τον ψυχικό πόνο και αγνοώντας τα κοινωνικά και πολιτικά αίτια της ψυχικής δυσφορίας. Η έμφαση στα βιολογικά αίτια και η ταυτόχρονη συνεχής αύξηση των ταξινομημένων διαταραχών στο DSM με βάση το οποίο κάποιος/κάποια κατηγοριοποιείται ως ''ψυχικά ασθενής'', είναι η τέλεια συνθήκη για να αυξήσουν οι ψυχίατροι τη χορήγηση φαρμάκων και κατ’ επέκταση να αυξηθούν τα κέρδη των φαρμακοβιομηχανιών.
Παράλληλα, εμείς ως «μελλοντικοί ψυχολόγοι» καλούμαστε να μην προσπαθήσουμε να μειώσουμε την απόσταση με ένα άτομο που δυσφορεί, αλλά να τη μεγενθύνουμε , όντας σε μια θέση ανώτερη, αυτής του/της «γνώστηψυχολόγου» και εν τέλει εξουσιαστή στις αποφάσεις για τη ζωή του άλλου. Μαθαίνουμε να προσπαθούμε να διαβάσουμε τον άλλον με τρόπο που θα εξυπηρετήσει την απόδοση μιας διαγνωστικής ταυτότητας, καθιστώντας εμάς ως κανονικότερους, ακυρώνοντας έτσι την προσωπική την ιστορία του άλλου και κατ’ επέκταση τον ίδιο ως ανθρώπινη ολότητα. Από την αρχή των σπουδών μας εκτιθόμαστε σε μαθήματα που αναπαράγουν μια συγκεκριμένη αντιμετώπιση του ανθρώπου, μια αντιμετώπιση μονοδιάστατη ως βιολογικό ον, παραμελώντας τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες εντός των οποίων ζούμε. Παρατηρούμε πως αυτή η απόκρυψη των κοινωνικών αιτίων αμελεί τελικά σημαντικά ζητήματα όπως η ταξική ανισότητα , η ανεργία, η έλλειψη κοινωνικών δεσμών ως άμεσο απότοκο του σύγχρονου, ατομικιστικού τρόπου ζωής. Πρόκειται για μια ωμή βιολογικοποίηση του ψυχικού πόνου αποκρύπτοντας τις δυναμικές των κοινωνικών αιτίων και αποπροσανατολίζοντας μας , εν τέλει, από μια προσπάθεια κοινωνικής αλλαγής.
Κι εμείς, από την άλλη, μιας και επιλέξαμε να εισαχθούμε σε αυτή τη σχολή, πρέπει να παραμερίσουμε «άσχετα» κοινωνικά γεγονότα, θεσμικές αποφάσεις, νομοσχέδια, εργασιακές συνθήκες – ως λιγότερο συνδεδεμένα με την μελέτη της βαθύτερης αιτίας του πόνου που προσπαθούμε να εντοπίσουμε- ,και να αφοσιωθούμε στο «επιστημονικό μας έργο» και στον «ακαδημαϊκό μας ρόλο». Το πτυχίο ψυχολογίας είναι μόλις ένας μικρός σταθμός στο μακρύ μονοπάτι επίτευξης αυτής της ανώτερης θέσης κύρους και γνώσης. Πρέπει να χτίσουμε , ένα γεμάτο και ευπαρουσίαστο βιογραφικό πηγαίνοντας σε ακριβοπληρωμένα συνέδρια και να παρακολουθούμε σεμινάρια για τη «Διαχείριση εργασιακού άγχους (burnout)ή/και θυμού» , για την «φαρμακευτική αντιμετώπιση της ΔΕΠΥ», για την «Κατανόηση της Προσωπικότητας του ψυχασθενή εγκληματία» και για άλλα τέτοια «ιδεολογικά αποχρωματισμένα» θέματα, να απομονωθούμε σε περιόδους εξεταστικής για να πετύχουμε βαθμούς ικανούς να μας δώσουν ένα προβάδισμα σε αυτά, και φυσικά να γεμίσουμε εμπειρίες απλήρωτων εθελοντισμών προωθώντας μια δήθεν απολιτίκ εμπορευματική αλληλεγγύη. Και όλα αυτά για να δουλέψουμε σε ένα περιβάλλον εργασιακής επισφάλειας και εκμετάλλευσης.
Δυστυχώς, συνειδητοποιούμε πως όσο εμείς απομονωνόμαστε και μαζεύουμε βεβαιώσεις εθελοντισμών και
παρακολούθησης συνεδρίων, οι ρόλοι και τα όρια της «αυριανής» μας πραγματικότητας πλάθονται. Πέρα όμως από μια από τα πάνω επιβολή ,αναγνωρίζουμε ότι είναι και δική μας επιλογή το αν θα υπηρετήσουμε αυτούς τους ρόλους, το αν θα επενδύσουμε στον ατομικό δρόμο της καριέρας ή αν θα αγωνιστούμε από κοινού για την πρακτική αμφισβήτηση των ρόλων, των βάναυσων συνθηκών, των ''πρέπει'' των ταξινομητικών κριτηρίων και των κατηγοριών. Η πραγματικότητα της ψυχιατρικής και ψυχολογικής πρακτικής μας αφορά. Οι εργασιακές διεκδικήσεις μας αφορούν. Ο υποτιθέμενος απολιτίκ χαρακτήρας της ορθολογικοποιημένης επιστημονικής γνώσης μάς αφορά. Η σύνδεση φαρμακοβιομηχανίας, επιστημονικών συνεδρίων, Συλλόγων Ψυχολογίας, Μ.Κ.Ο. , χρηματοδοτημένων πανεπιστημιακών ερευνών μας αφορούν. Τα τραυματικά βιώματα και οι εμπειρίες αποσιώπησης ανθρώπων εντός δομών ψυχικής υγείας μας αφορούν.
Υλικό που θα θέλαμε να μοιραστούμε: Βιβλία : «Ιστορία της Τρέλας», «Βιομηχανία της Τρέλας», «Άσυλα»,
«Εναλλακτική Ψυχιατρική», «Λέρος», «Ψυχική Υγεία και Κοινωνική Παρέμβαση» , “Οι θεσμοί της βίας και άλλα κείμενα », «Ζώντας με φωνές», Ντοκιμαντέρ : «Ο λόγος των τρελών», «Ο άνθρωπος που ενόχλησε το σύμπαν»
Μέλη της «Πρωτοβουλίας για ένα Πολύμορφο Κίνημα στη Ψυχική Υγεία»