Cesare Lombroso, L' uomo delinquente |
Οι δραματοποιημένες ειδήσεις ταιριάζουν
απόλυτα με την τάση για προσωποποιημένη ενημέρωση. Σε τελική ανάλυση, είναι το
δράμα είναι το ιδανικότερο μέσο για την απεικόνιση των ανθρώπινων συγκρούσεων
(Bennet, W. L., 1996, News. The politics of illusion, Longman Publishers, ελληνική έκδοση Αθήνα: Δρομέας, 1999: 113)
Υποστηρίζω ότι η πραγματικότητα της κάθε εγκληματικής πράξης
εξαφανίζεται τη στιγμή της διάπραξής της καθώς, από τη στιγμή που θα γίνει
γνωστή, αρχίζει η συμβολική αναπαραγωγή της σε διάφορα επίπεδα, αυτό της
δημοσιογραφικής αφήγησης, της επιστημονικής ερμηνείας, της δικαστικής
διερεύνησης κ.ο.κ
Υπ’ αυτό το πρίσμα θα είχε σημασία να προσέξουμε πως ό, τι
γνωρίζουμε για την υπόθεση της «μικρής
Άνι»[1]
δεν είναι προϊόν άμεσης εμπειρίας ή γνώσης αλλά βασίζεται σε αφηγήσεις των ΜΜΕ
και των πηγών τους.
Θεωρώ αναγκαία αυτή την εισαγωγή διότι, κατά την άποψή μου, είναι απορίας άξιο γιατί ο κ. Πανούσης έδωσε
την περίφημη συνέντευξη για τη συγκεκριμένη υπόθεση, καθώς ούτε ο καθ’ ύλην
αρμόδιος Υπουργός είναι αλλά ούτε και ως ειδικός επιστήμονας, Καθηγητής
εγκληματολογίας, αναγνώρισε στον εαυτό του αρμοδιότητα δηλώνοντας: «Δεν μπορεί
κανείς ούτε να το αναλύσει εγκληματολογικά, ούτε ποινικά, ούτε κοινωνικά.
Μιλάμε για μια ακραία, μη ανθρώπινη συμπεριφορά, πολλώ μάλλον που ήταν και
παιδί του – δεν ήταν ένα ξένο παιδί που απήχθη ή κάτι άλλο. Άρα περνάμε σε μία
σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης η οποία δεν έχει αντικείμενο εξέτασης. Δεν
έχει τίποτα να πεις».
Ωστόσο, η παράγραφος που παραθέτω εμπεριέχεται σε ένα
ερμηνευτικό σχήμα και ειδικότερα στο σημείο που αναφέρεται σε «μη ανθρώπινη
συμπεριφορά» του φερόμενου ως δράστη του εγκλήματος, δηλαδή την υποστασιοποίηση
του πιο ανελαστικού και απωθητικού εγκληματικού στερεότυπου που δεν επιτρέπει
άλλη ανάγνωση.
Λογικό επακόλουθο είναι η συνέχεια των δηλώσεών του στην
οποία –δε θα διαφωνήσω, εμμέσως πλην σαφώς παραπέμπει σε ερευνητικά στοιχεία
για την ιδιότυπη κοινωνία των κρατουμένων και τους κώδικες που την διέπουν-
προαναγγέλλει τον θάνατο ή τη δολοφονία στη φυλακή του κατηγορούμενου από
συγκρατούμενούς του. Με δυο λόγια, θα αποδοθεί δικαιοσύνη γι’ αυτό το στυγερό
έγκλημα στον χώρο όπου «αποθηκεύεται» θεσμικά η ανομία, εντός αυτής δε και το
«μη ανθρώπινο» των «στυγερών εγκληματιών», εάν η ανθρώπινη δικαιοσύνη δεν
επαρκεί για παρόμοιες «σκοτεινές φύσεις», τις οποίες δεν τις αγγίζει ούτε καν η
επιστήμη.
Επανέρχομαι, λοιπόν, στο αρχικό ερώτημα, δηλαδή ποια
σκοπιμότητα εξυπηρετούσε αυτή η συνέντευξη, η οποία έκανε και τον επιστήμονα να
ξεχάσει ένα βασικό αξίωμα, ότι δηλαδή ο κατηγορούμενος είναι αθώος μέχρι να
αποδειχθεί τελεσίδικα η ενοχή του. Ο μόνος λόγος τον οποίο εγώ θα μπορούσα να
κατανοήσω, είναι ακριβώς αυτός που λείπει: Η πρόβλεψη της μελλοντικής
δολοφονίας ή αυτοκτονίας –και μάλιστα με όρους βεβαιότητας, ούτε καν
ενδεχόμενου- να αποτελούσε την εισαγωγή για την εξαγγελία μέτρων προστασίας του
κρατούμενου για να μην επαληθευθεί η προφητεία.
Δεν είναι και ούτε μπορεί να είναι homo sacer ο κατηγορούμενος γιατί παραμένει υπό την προστασία του δικαίου και,
θεωρητικά τουλάχιστον, θα τιμωρηθούν οι δράστες ενδεχόμενης δολοφονίας του. Και
ίσως αυτό να αποτελεί και το βασικό ατόπημα του Υπουργού, ο οποίος φαίνεται να
ξέχασε τον θεσμικό του ρόλο που περιλαμβάνει και την αναγνώριση του δικαιώματος
να έχει δικαιώματα ο κάθε κατηγορούμενος, όσο ειδεχθές κι αν είναι το έγκλημα
για το οποίο θα καταδικασθεί, κυρίως δε πριν καταδικασθεί. Αντίθετα, η
αναπαραγωγή της πιο ακραίας εκδοχής του εγκληματικού στερεοτύπου, το οποίο
εκπέμπουν συγχρονισμένα τα ΜΜΕ επιτελεί αποτελεσματικότατα τις λειτουργίες φυσιολογικοποίησης
της φυσικής του εξόντωσης.
[1]
Χρησιμοποιώ τον τίτλο που επαναλαμβάνεται στα δημοσιεύματα για να ορίσει το
ιδεολογικό υπόστρωμα της υπόθεσης, στο συγκινησιακό πεδίο που ανακαλεί την αρχέγονη
σύγκρουση ανάμεσα στο καλό και το κακό μέσα από την προβολή του ζεύγους
«άγγελος/ σατανάς»
* Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Η εποχή της 10/5/2015
* Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Η εποχή της 10/5/2015